Αφηγητής: Αλέξανδρος Δ. Σαράφης, Αικατερίνη Σαράφη
Καταγραφή: Γιάννης Δ. Σαράφης
Τόπος: Άγιος Πρόδρομος
Ημερομηνία: 04/08/2006
- Οι Τουρκαλάδις. Κι ρουτούσαν τώρα τ’ς προέδρ’ που υπήρχαν τότι, τ’ς ιπουχής ικείνης, έχει αντάρτες έξω; Ούλα τα κλαδιά γιουμάτα! Και τι ήταν, καμιά δικαριά. Κάνα δυο-τρεις είχι απού ιδώ ια ‘που πίσου, κάτ’ Γαλατσανοί, καμιά δικαριά μαζώ’νταν. Κι είχαν τρουμουκρατηθεί. Φουβούνταν πουλύ.
- Ήταν στο σπίτι της γιαγιάς Σοφίας1;
- Τ’ς έρ’ξαν φουτιά κι τότε αναγκάσ’καν κι βγήκαν απ’ ντ’ πόρτα. Ένας-ένας κι έκαναν φύγ’ν. Δε παραδί’νταν τα σκυλιά! Μέχρι του σχολείου τ’ς σκότωσαν όλνοι. Καθώς έβγαιναν. Πέντε μονάχα πρόλαβαν και γύρ’σαν και μέσ’ στο λάκκο και γλίτωσαν.
...............................................................................................
- Το σχολειό δεν ήταν τότε ακόμη, δηλαδή.
- Δεν είχι σχολειό τότι. Του σχουλειό ήταν ιδώ που είνι η κοινότητα. Ύστερα το ‘φκιαξαν, στα χρόνια μας. Αυτό μετά το 30’ έγινε. Ενώ αυτό ήταν το 12’. Μετά το 1930 το ‘φκιασαν αυτό, το 35’ περίπου.
- Μια χρουνιά πήγα κι ιγώ ικεί.
- Εγώ δεν πήγα ικεί. Ιγώ τιλείουσα του σχολειό το 1933 και δεν πήγα ικεί.
- Στο παλίο [πήγες];
- Ε ναι, εδώ στ’ κοινότητα.
- Εδώ που είναι η κοινότητα; Το ίδιο;
- Εδώ που είναι η κοινότητα, του ίδιου.
- Όπως είναι τώρα;
- Τώρα το χώρ’σαν μέσα λιγάκ’. Απ’ τ’ν απου κάτ’ ντ’ μεριά που είν’ η γραμματέας ικεί, είνι όπως ήτανι. Τ’ απού πάν’ χώρ’σαν του δουμάτιου λιγάκ’, έφκιασαν μια κουζινούδα ικεί.
- Ιγώ πήγα κι στου Γιώρ’ του σπίτ’1, ικεί μέσα. Κι ικεί είχι σχουλείου. Είχι αίθουσα.
- Κι στ’ Γιώρ’ είχι. Ήτανι στινότιρα ικεί.
- Σε ποιο;
- Αυτό του σπίτ’ πο’ ‘χουμι αγουρασμένου που είπαμι.
- Κάτου που κάθ’νταν η γιαγιά2. Θυμάσαι; Δε θυμάσαι.
- Είχι κάτ’ η γιαγιά Σοφία ικεί.
- Τ’ θυμάσι τ’ γιαγιά πιδί μ’;
- Όχι, δεν την πρόλαβα.
- Ε πώς δεν την πρόλαβις, μωρέ.
- Το 81’ γεννήθηκα. Η γιαγιά πέθανε το 78; Δεν την προλαβα.
- Ναι, ναι. Έχ’ς δίκιου.
- Τα κουρίτσια3 μπουρεί ίσους, που είνι κι μιγαλύτιρα.
- Τα κορίτσια ναι.
- Θε’ να σι πω, ήταν όλου ένα. Θρανία είχι.
- Όπως είνι τώρα μουρε. Κάτου δεν είχι… Του είχαν σχουλείου. Ένα διάστημα.
- Δεν ξέρου γιατί. Έφκιαναν του σκουλειό τίποτε4. Κι στου Μουρφουλά ιδώ ‘πού κατ’.
- Κάτι έφκιαναν.
- Κι ιδώ. Πηγαίναμι θυμάμι ιδώ ‘πού κάτ’.
- Μέχρι να φκιάσουν το σχολειό.
- Ο παπάς5 που κάθιτι τώρα.
- Είχι πιδιά πουλλά τότι.
- Αλλά είχι πουλλοί μαθηταί. Πουλλοί είχι.
- Να μην ήταν χώρια αγόρια-κορίτσια ή όλοι μαζι;
- Μαζί, όλοι μαζί ήμασταν, αλλά τάξεις είχι. Τάξεις.
- Αυτά γίν’νταν στα γυμνάσια. Τάξεις είχι, Τρίτ’-Τετάρτ’, Πρώτ’-Δηυτέρα, Πέμπτ’-Έκτ’, αυτά ήταν.
- Είχι πουλλά πιδιά. Ικατό πιδιά ήμασταν.
- Τριτάξιο ήταν.
- Τότε είχε παιδιά. Το χωριό γεμάτο.
- Είχι πιδιά. Το 1920 που γιννήθ’κα ιγώ, ήμασταν 22 γιννημέν’, πιδιά, κουρίτσια-αγόρια, περισσότερο αγόρια, ίδια ηλικία.
- Τότε θα πάαιναν φαντάροι και θα ήταν ένα τσούρμο.
- Ναι τόσοι ήμασταν ημείς κι έμεινα τώρα ιγώ κι ικείνους η Ζαχαριάς, η παππούς, αλλά είν’τους καταΐ. Η ηλικία όλ’ πέθαναν. Πολλά χρόνια Γιάνν’. Μιγάλουσάμ’ πουλύ…
1. Οικία Γεωργίου και Σοφίας Σαράφη, η οποία παλαιότερα ήταν χάνι με το όνομα "Βακούφ'κο χάνι".
2. Μορφούλα Σαράφη, μητέρα του αφηγητή.
3. Οι αδερφές μου, Μαρία και Ευαγγελία Σαράφη.
4. Το παλαιό σχολείο που ήταν στο σημερινό κτίριο της κοινότητας, κάηκε κατά λάθος από κάποιους μαθητές που είχαν αναλάβει το άναμμα της σόμπας.
5. Ο ιερέας Εμμανουήλ Καχαγιάς διέμενε τα τελευταία χρόνια στο σπίτι του Μορφουλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου