Στο συγκεκριμένο βιβλίο, το οποίο γράφηκε το 1817, ο Robert Walpole έχει συγκεντρώσει αποσπάσματα από τις σημειώσεις και τις ταξιδιωτικές περιγραφές αρκετών περιηγητών, οι οποίοι ταξίδεψαν διαμέσου της Ευρωπαϊκής και Ασιατικής Τουρκίας. Μεταξύ αυτών παραθέτει και τις σημειώσεις του
Άγγλου Dr. Hunt, ο οποίος συν τοις άλλοις, πέρασε και από το
Άγιο Όρος και την Χαλκιδική το 1801.
Πρόκειται για μια μαρτυρία πολύ σημαντική, μια και αναφέρεται στην περίοδο πριν από την επανάσταση του 1821, κατά τη διάρκεια της οποίας η Χαλκιδική καταστράφηκε ολοσχερώς και οι περισσότεροι κάτοικοί της διασκορπίσθηκαν για αρκετά χρόνια.
Στην αρχή περιγράφεται σε 26 σελίδες η περιοδεία του συγγραφέα στα μοναστήρια του Αγίου Όρους, καθώς και οι παρατηρήσεις του για κάποια από τα χειρόγραφα που διέθετε η κάθε μονή. Στη συνέχεια διέρχεται μέσα από την Χαλκιδική, με τελικό προορισμό την Θεσσαλονίκη, εξιστορώντας στο μεταξύ το ταξίδι του, τις εντυπώσεις του γύρω από το τοπίο, παραθέτοντας αρχαιολογικές αναφορές και περιγράφοντας ξεχασμένα ήθη και έθιμα.
----------------------------------------------------------------------------------------------
"Μας είχε παραχωρηθεί μία συνοδεία έξι καλά οπλισμένων Αλβανών· ο δρόμος μας, μας οδηγούσε διαμέσου του πιο γραφικού και μεγαλοπρεπούς σκηνικού· αλλά σε ορισμένα σημεία, τα οποία ήταν πολύ επικίνδυνα εξαιτίας του γκρεμού που υψώνονταν επάνω από την θάλασσα, ένα στραβοπάτημα των μουλαριών μας μπορούσε να αποβεί μοιραίο. Σε απόσταση έξι μιλίων από το
Χιλιανδάρι φτάσαμε στα ερείπια ενός κάστρου, το οποίο ονομαζόταν
Callitze1· δύο μίλια μακρύτερα σταματήσαμε για πρωινό κάτω από την σκιά μερικών πλατάνων κοντά σε μία πηγή, και στην όχθη ενός ποταμού γεμάτου με κατακόκκινες ροδοδάφνες και λυγαριές. Το σημείο ονομαζόταν
Paparnitza2· εκεί συναντήσαμε για ακόμη μια φορά αγελάδες και προβατίνες με τα μικρά τους, απόδειξη ότι είχαμε περάσει τα σύνορα [του Αγίου Όρους]. Συνεχίσαμε το ταξίδι μας με κατεύθυνση τον
Ισθμό, και φθάνοντας στην ακτή συναντήσαμε μια μεγάλη ψαρόβαρκα, η οποία μας εφοδίασε με άφθονα ψάρια στην τιμή των 15 παράδων την οκά, και με μερικά χταπόδια.
Σύντομα φθάσαμε στο σημείο του Ισθμού, το οποίο τώρα λέγεται
Πρόβλακας, όπου λέγεται ότι ο Ξέρξης διάνοιξε ένα κανάλι για τον στόλο των πλοίων του. Αυτό είναι 1 ¼ μίλια μακρύ, και με πλάτος 25 γιάρδες· μία μέτρηση όχι πολύ διαφορετική από αυτή που δίνει ο Ηρόδοτος, των 20 σταδίων. Ανακαλύψαμε ότι είχε γεμίσει με λάσπη και βούρλα, αλλά εξακολουθούσε να είναι ορατό σε όλο το μήκος του· σε πολλά σημεία ο πυθμένας του ήταν σχεδόν στο επίπεδο της θάλασσας· σε πολλά σημεία του φύονταν καλαμπόκια, ενώ σε άλλα υπήρχαν μικρές λίμνες με νερό. Είδαμε επίσης κάποια ερείπια στο τέλος του καναλιού, από την πλευρά του Κόλπου του Άθωνα, αλλά οι οδηγοί μας, φοβούμενοι ότι μπορεί να είχαν καταφύγει εκεί πειρατές, μας απέτρεψαν από το να τα επισκεφθούμε (το σημείο, όπου πιθανολογείται ότι βρισκόταν η
Ουρανούπολις3. Εδώ συναντήσαμε μερικές γυναίκες στους αγρούς, οι οποίες ξεβοτάνιζαν το καλαμπόκι και τραγουδούσαν· η θέα των γυναικείων φορεσιών, και οι φωνές αυτών των ηλιοκαμένων κοριτσιών του μόχθου ήταν ό,τι πιο απολαυστικό, έχοντας ζήσει τόσο καιρό μαζί με τους μοναχούς του Αγίου Όρους. Στις 3:30 το απόγευμα φτάσαμε στην
Ιερισσό4, την αρχαία Άκανθο, περίπου τριάντα μίλια από την μονή του Χιλιανδαρίου. Οι κάτοικοι είναι όλοι Έλληνες, εκτός από τον Αγά, και θα είχαν γλιτώσει από την παρουσία αυτού του Τούρκου δημάρχου ή αρχιφύλακα, εάν είχαν δείξει τον δέοντα σεβασμό προς τον δικό τους Πρωτόγερο ή Κοτζάμπαση, του οποίου οι προτάσεις δεν θα γίνονταν σεβαστές μόνο εάν επιβάλλονταν από την εξουσία ενός μουσουλμάνου υπαλλήλου, τοποθετημένου από την Υψηλή Πύλη. Η τριγύρω περιοχή, είναι εμφανώς καλά καλλιεργημένη, και η θέα της θάλασσας πανέμορφη. Ο αραβόσιτος και η σίκαλη είναι οι κύριες καλλιέργειες, και όλες οι αγροτικές εργασίες εκτός από το όργωμα πραγματοποιούνται από γυναίκες· αυτές είναι Αλβανίδες
5 έποικοι, πολύ σκληραγωγημένες και επιμελείς. Η φορεσιά τους μοιάζει με αυτή των γυναικών στα Highlands της Σκωτίας, εκτός από το κόσμημα του καλύμματος της κεφαλής τους· τα μαλλιά τους είναι πλεξούδα, και το στεφάνι του κεφαλιού είναι καλυμμένο με ένα μικρό σκούφο από κόκκινο ύφασμα, πάνω στο οποίο είναι ραμμένη ποσότητα μικρών νομισμάτων, τα οποία μοιάζουν με λέπια από ψάρι. Τα μεσοφόρια τους είναι κοντά, και δεν φοράνε ούτε τούρκικα παντελόνια, ούτε παπούτσια, ούτε κάλτσες. Ένα τετράγωνο κομμάτι υφάσματος
6 είναι δεμένο πίσω από τους ώμους αυτών που είναι μητέρες· και μέσα σε αυτό κουβαλούν κάποιο μωρό με τόση φαινομενική ευκολία, ώστε δεν απαλλάσσονται από το φορτίο όταν δουλεύουν στα χωράφια· μετακινούμενες από μέρος σε μέρος δεν κουβαλούν μόνο τα νήπιά τους με αυτόν τον τρόπο, αλλά συχνά έχουν και μια ψηλή κανάτα ή στάμνα επάνω στα κεφάλια τους, και μία ρόκα και ένα αδράχτι στα χέρια τους, με τα οποία γνέθουν καθώς περπατούν. Οι βοσκοί, οι ζευγολάτες, και όλοι οι χωρικοί, χωρίς καμία εξαίρεση, διαθέτουν από ένα μακρύ μουσκέτο κρεμασμένο στην πλάτη τους· ένα πιστόλι, κι ένα γιαταγάνι ή τούρκικο σπαθί στο ζωνάρι τους.
Εδώ η τιμή του σταριού είναι 5 ½ πιάστρες το κιλό, ή περίπου 8 σελίνια το μόδιο· το κρασί 3 παράδες την οκά· 2 ½ λίρες η μεζούρα· ένα πρόβατο το οποίο ζυγίζει 2 ¼ οκάδες, κοστίζει 4 πιάστρες ή έξι σελίνια· δύο αυγά πωλούνται στην τιμή του 1 παρά (μισή πέννα), ένα πουλερικό στην τιμή των 12. Οι εργάτες στα αμπέλια κοστίζουν 12 παράδες, (δέκα πέννες) την ημέρα, χώρια το φαγητό και το ποτό· οι κοινοί εργάτες 15 παράδες (εφτά πέννες) και φαγητό. Τα μουλάρια για καβαλίκεμα κοστίζουν από 150 έως 200 πιάστρες έκαστο· ένα βόδι για όργωμα κοστίζει 60 πιάστρες, ένα άλογο για την μεταφορά φορτίων, πωλείται από 50 έως 65 πιάστρες. Προτού εγκαταλείψουμε αυτό το χωριό, συναντήσαμε την πομπή μίας νύφης
7, της οποίας οι φίλοι μας είπαν ότι θεώρησαν την άφιξή μας ως καλό οιωνό για την ευτυχία των νεόνυμφων. Η νύφη δεν ήταν τόσο πολύ καλυμμένη ώστε να αποκρύψει το πρόσωπό της από εμάς· δεχόμενη ένα δώρο, πλησίασε τα χέρια μας στο στόμα της, τα φίλησε, και στη συνέχεια υποκλινόμενη, αποσύρθηκε σιωπηλά, χωρίς να έχει ψελλίσει ούτε μία συλλαβή κατά τη διάρκεια αυτής της εθιμοτυπίας. Αυτή η σιωπή, μας είπαν, διαρκεί για οκτώ ημέρες μετά τον γάμο της· κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συνοδεύεται από τις παρανύμφους και τους συγγενείς του συζύγου από σπίτι σε σπίτι, και δέχεται από κάθε άρρενα κάτοικο λίγους παράδες ή πιάστρες, ανάλογα με την ευμάρεια του καθενός. Μικρά κομμάτια νομίσματος αρμαθιάζονται στις πλεξούδες των μαλλιών της, οι οποίες κρέμονται πάνω από την πλάτη και τους ώμους της, αγγίζοντας σχεδόν το έδαφος· ο σκούφος του κεφαλιού της είναι καλυμμένος με μεγαλύτερα νομίσματα· μεταξύ αυτών υπήρχαν και πολλά αρχαία νομίσματα, τα οποία εις μάτην προσπαθήσαμε να διαπραγματευτούμε σε υψηλή τιμή. Μας είπαν ότι το κάλυμμα που φορούσε θεωρούνταν οικογενειακός θησαυρός, και ότι περιερχόταν ως οικογενειακό κειμήλιο, λαμβάνοντας επιπλέον προσθήκες· αλλά ποτέ δεν υφίσταντο την απώλεια κανενός από τα παλιά στολίδια.
Το χαράτσι, ή κεφαλικός φόρος, υπολογίζεται στις 6 πιάστρες για κάθε ενήλικο άτομο. Ο Πασάς της περιοχής συλλέγει έναν επιπρόσθετο φόρο υποτέλειας ή ιδιοκτησίας, που υπολογίζεται στο 1/7 και το μισό της σοδειάς των Χριστιανών, είτε είναι Έλληνες, είτε Αλβανοί· και το 1/6 από κάθε Μουσουλμάνο. Εκτός από αυτούς τους φόρους, κάθε αμπελώνας πληρώνει στον Πασά 2 πιάστρες για κάθε 200 οκάδες κρασί της ετήσιας παραγωγής· και αν προορίζεται για εξαγωγή, ακόμη και σε κάποιο γειτονικό νησί ή λιμάνι της ίδιας χώρας, πληρώνει έναν προκαθορισμένο, κατά οικία
8, δασμό 2 παράδων την οκά.
21 Απριλίου.—Στις 07:10 συνεχίσαμε τον δρόμο μας για τον
Νίσβορο9, και διασχίσαμε ένα πλούσιο και καλά καλλιεργημένο κάμπο· στις 09:30 σταματήσαμε για μία ώρα, για να ξεκουραστούν τα μουλάρια μας. Το σημείο σκιάζονταν από πλατάνια, και κοντά σε αυτό υπήρχαν τα ερείπια ενός παλαιού πύργου, τον οποίο ο οδηγός μας ονόμασε
Αρσινοΐτσι, ένα όνομα το οποίο πιθανόν διατηρήθηκε από την εποχή ακόμη των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, καθώς η Αρσινόη, αδελφή του Πτολεμαίου Λαγού, παντρεύτηκε τον Λυσίμαχο. Το υπόλοιπο του ταξιδιού μας συνεχίστηκε κατά μήκος της ροής ενός ποταμού, τα νερά του οποίου ήταν πολύ ρηχά, και τόσο έντονα διαποτισμένα με κάποιο μεταλλευτικό διάλυμα, ώστε είχαν αποκτήσει κόκκινο χρώμα· κοντά στις όχθες του βρίσκονταν διάσπαρτοι σωροί ψημένου μεταλλεύματος. Στο σημείο αυτό συναντήσαμε μία ομάδα Αλβανών προσκυνητών, κατευθυνόμενη στο Άγιον Όρος· ήταν περίπου 60 στον αριθμό, καλά οπλισμένοι και ιππεύοντες. Πριν φτάσουμε στον Νίσβορο παρατηρήσαμε μία μισοκατεστραμμένη επιγραφή στους τοίχους μιας ελληνικής εκκλησίας. Κατά την είσοδό μας στην πόλη, μας υποδέχθηκε αμέσως ο Επίσκοπος, ο οποίος ήταν ένας νέος άντρας, πολύ ταλαντούχος και εγγράμματος. Το απόγευμα επισκεφθήκαμε τα μεταλλεία αργύρου, και παρατηρήσαμε ότι η περιοχή των λόφων έχει εκσκαφθεί συστηματικά το τελευταίο διάστημα. Ο οδηγός μας πληροφόρησε ότι το υπέδαφος ήταν κούφιο σε απόσταση πολλών μιλίων τριγύρω μας. Είδαμε περίπου 100 εργάτες, οι οποίοι έσπαναν το μετάλλευμα μολύβδου, το οποίο έσυραν από τα ορυχεία, και το έλιωναν με πολύ ατημέλητο τρόπο. Το κύριο ορυχείο βρίσκεται περίπου 50 γιάρδες κάτω από την επιφάνεια· διακρίναμε 5 ή 6 κλιβάνους, των οποίων το διπλό φυσερό δουλεύει με υδροκίνηση. Συλλέγοντας πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο αυτά [τα μεταλλεία] δουλεύουν, οι παρακάτω είναι αποτέλεσμα των στοιχείων που έχουν συλλεχθεί από εμάς, σε μία συζήτηση που διεξήχθη με την βοήθεια του διερμηνέα μας.
Ένας κερδοσκόπος, ο οποίος μπορεί να μαζέψει μερικές χιλιάδες πιάστρες, αγοράζει το δικαίωμα εξόρυξης μιας συγκεκριμένης έκτασης του εδάφους για ένα χρόνο από την Υψηλή Πύλη, στην οποία ανήκουν τα δικαιώματα· μία ομάδα ή συντροφία εργατών συνοδεύουν αυτόν στην επιχείρηση. Ο ανάδοχος τότε αγοράζει τον εξοπλισμό, χτίζει φούρνους, παράγει ξυλοκάρβουνο, και αναλαμβάνει όλα τα έξοδα εργασίας του προσωπικού. Η παραγωγή της εργασίας τους στην συνέχεια χωρίζεται· όλος ο μόλυβδος αποτελεί ιδιοκτησία του Σουλτάνου, το 1/5 του οποίου παραχωρείται στον Αγά που συλλέγει τα έσοδα του Σουλτάνου. Επιπροσθέτως διατηρεί το μονοπώλιο του αργύρου, για τον οποίον από πριν έχει ορισθεί ρητά να δίνει 80 πιάστρες την οκά (κάτι λιγότερο από 3 σελίνια την ουγκιά) στην ομάδα που έχει αποκτήσει την άδεια λειτουργίας του μεταλλείου. Το συνολικό ποσό που λαμβάνεται για το ασήμι, μοιράζεται στο τέλος της χρονιάς ως ακολούθως: το 1/7 πηγαίνει στο άτομο που προκαταβάλει όλα τα λεφτά· και το υπόλοιπο στην ομάδα των εργατών, σύμφωνα με μια προκαθορισμένη κλίμακα.
Φαίνεται ωστόσο, ότι τα πλουσιότερα κοιτάσματα έχουν εξαντληθεί, και ότι τα μεταλλεία τώρα λειτουργούν σχεδόν εξαναγκαστικά. Οι εργάτες μας είπαν, με δάκρυα στα μάτια, ότι κατά την διάρκεια των δύο τελευταίων ετών το μερίδιό τους δεν ξεπέρασε τους 2 παράδες την ημέρα, αλλά ότι ο Σουλτάνος επέμενε στην συνέχιση των εργασιών. Περίπου τέσσερις ή πέντε χιλιάδες οκάδες μολύβδου παράγονται αυτή τη στιγμή ετησίως, και σχεδόν 50 οκάδες αργύρου φτάνουν στο νομισματοκοπείο της Κων/πολης· αλλά ενημερωθήκαμε ότι έχει γνωστοποιηθεί πως κάποιο κοίτασμα παράγει 400 οκάδες αργύρου το χρόνο, και ότι αυτό το μετάλλευμα έχει βρεθεί μερικές φορές τόσο πλούσιο, ώστε δίνει έξι δράμια αργύρου από μία οκά (400 δράμια) μολύβδου· ωστόσο ο μέσος όρος αυτή τη στιγμή είναι περίπου 2 ½ δράμια αργύρου σε κάθε οκά μολύβδου.
22 Απριλίου. —Αφήσαμε τον Νίσβορο νωρίς το πρωί, και σε απόσταση 2 μίλίων από την πόλη προσπεράσαμε την κατοικία
10 του Αγά, ο οποίος βρίσκεται σε υπερβολικά μεγάλη απόσταση από τα μεταλλεία, ώστε δεν μπορεί ο ίδιος να επιβλέπει τυχόν παρατυπίες που πιθανόν να συμβαίνουν εκεί. Στις 06:40 φτάσαμε σε μία πολύ όμορφη πεδιάδα, η οποία εκτείνεται σε απόσταση αρκετών μιλίων, καλυμμένη με την πλουσιότερη βλάστηση καθιστώντας την γραφικότατη εξαιτίας των διάσπαρτων βελανιδιών, οι οποίες φύονται μόνες τους ή και σε ομάδες, θυμίζοντας το τοπίο ενός αγγλικού πάρκου. Οι πλαγιές της πεδιάδας είναι κατηφορικές, γεμάτες με δέντρα που ακολουθούν την κλίση του εδάφους, και στις άκρες πλαισιώνονται από ψηλά βουνά, τα οποία υψώνονται το ένα πίσω από το άλλο μέχρι εκεί που φτάνει το βλέμμα. Οι βελανιδιές σε αυτό το σημείο είναι καταλληλότατες για ναυπηγικούς σκοπούς
11, ώστε έχει διαταχθεί να αποστέλλονται στα ναυπηγεία της Κωνσταντινούπολης. Ορισμένες έχουνε πέσει, αλλά καθώς θα κοστίσει 50 πιάστρες για την μεταφορά της καθεμιάς στην ακτή, πιθανόν να δωροδοκηθεί ο κυβερνητικός επιθεωρητής ώστε να αναφέρει ότι είναι ακατάλληλες για την κατασκευή πλοίων, και επομένως οι κάτοικοι της περιοχής θα γλιτώσουν από την επιπλέον αυτή φορολογία.
Στις 07:20 π.μ. προσπεράσαμε ένα χωριό το οποίο λέγεται
Negeshalar12, όμορφα τοποθετημένο στην πλαγιά ενός δασωμένου λόφου· στις 08:35 σταματήσαμε στη μέση ενός δάσους με βελανιδιές, πολλές από τις οποίες είχαν πέσει πρόσφατα. Στο σημείο αυτό οι οδηγοί μας έδειξαν την προδιάθεση να παρατείνουν το ταξίδι τους με έναν ανιαρό τρόπο. Αφού προσπαθήσαμε μάταια να τους μεταπείσουμε να ξεκινήσουν, αναγκαστήκαμε να συνεχίσουμε με τα πόδια χωρίς αυτούς. Σε λιγότερο από μία ώρα φτάσαμε στη
Λιαρίγγοβη13, και με δυσκολία προμηθευτήκαμε άλλους ημιονηγούς, και προσελάβαμε μία φρουρά από Αλβανούς για την προστασία της ομάδας από τους ληστές, οι οποίοι, προσποιούμενοι, λυμαίνονταν τα γειτονικά δάση. Ο κοτζάμπασης της Λιαρίγγοβης είχε υπό την δικαιοδοσία του έντεκα ακόμη πόλεις, η μεγαλύτερη από τις οποίες είχε 600 σπίτια και η μικρότερη 100· η αστυνόμευση όλων αυτών εποπτευόταν από τον ίδιο, και αυτός συνέλλεγε τους κρατικούς φόρους. Αυτή η περιοχή ανήκει σε μία από τις Σουλτάνες της Κωνσταντινούπολης, η οποία αναθέτει την τοπική διακυβέρνηση αποκλειστικά σε γηγενείς Έλληνες, αποστέλλοντας σπάνια έναν από τους Μποσταντζήδες ή σωματοφύλακές της με σκοπό την εφαρμογή των διαταγμάτων από τον Έλληνα κοτζάμπαση, όταν οι άνθρωποί του ανυποτακτούν. Φτάνοντας στην πόλη
Γαλάτιστα14, η οποία διαθέτει 600 σπίτια, χωρίς κανέναν μουσουλμάνο κάτοικο, ανακαλύψαμε ότι δεν μπορούσαμε να βρούμε κάποιο κατάλυμα· ούτε το φιρμάνι του Σουλτάνου, ούτε η συστατική επιστολή του Πατριάρχη είχαν οποιαδήποτε επιρροή· επιτέλους ένας από τους φρουρούς μας, μας οδήγησε σε ένα άδειο λασπερό εξοχικό σπίτι, όπου διανυκτερεύσαμε. Στις 7 το επόμενο πρωί αφήσαμε τη Γαλάτιστα, και διασχίσαμε έναν εκτεταμένο κάμπο, και στις 09:30 φτάσαμε στο όμορφο χωριό των
Βασιλικών, το οποίο έχει περίπου 150 σπίτια. Τα σπίτια απέχουν μεταξύ τους, και διαθέτουν ξεχωριστούς αμπελώνες, κήπους ή φυτείες μουριών, και όλο το μέρος διαπνέεται από έναν αέρα ευμάρειας και άνεσης, κάτι το οποίο δεν είχαμε συναντήσει από τη στιγμή που αποβιβαστήκαμε στον Άθωνα. Από την ώρα που εγκαταλείψαμε τη Λήμνο δεν είχαμε δει ούτε ένα τουρκικό σπίτι μέχρι που φτάσαμε σε αυτό το μέρος. Στις 10:30 εισήρθαμε στην απέραντη πεδιάδα, η οποία εκτείνεται μέχρι την
Θεσσαλονίκη. Προσπεράσαμε ένα τουρκικό νεκροταφείο, όπου ένας αριθμός γρανιτένιων και μαρμάρινων κολώνων βρίσκονταν διασκορπισμένες γύρω μας, και μερικές στήλες οι οποίες περιείχαν σβησμένες επιγραφές, αλλά όχι από την μακρινή αρχαιότητα. Κοντά στο νεκροταφείο αυτό βρίσκεται ένας μεγάλος κωνικός λόφος ή τύμβος, και σε άλλα σημεία της πεδιάδας παρατηρήσαμε παρόμοιους σχηματισμούς, μερικούς κυκλικούς, και άλλους σε σχήμα οβάλ. Το σχήμα τους είναι τόσο συμμετρικό ώστε δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για τεχνητά υψώματα· και η ξαφνική ανύψωσή τους εν τω μέσω ενός τόσο επίπεδου κάμπου, προκαλεί έντονη αίσθηση στο μάτι. Κανένα από αυτά δεν φαίνεται να έχει ανοιχθεί".
1. Ίσως πρόκειται για ερειπωμένο πύργο της παλαιάς "
μονής του Κάλυκα", η περιοχή της οποίας ανήκε στην Ι.Μ. Χελανδαρίου.
2. Στην περιοχή υπήρχε επίσης παλαιότερη μονή, η λεγόμενη “
μονή των Παπαρνικίων”.
3. Η πόλη Ουρανούπολις βρισκόταν στο άνω άκρο της χερσονήσου του Άθω, κοντά στην σημερινή ομώνυμη πόλη. Ιδρύθηκε γύρω στο 300 περ. π.Χ. από τον αδερφό του βασιλιά της Μακεδονίας Κασσάνδρου, Αλέξαρχο. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο Αλέξαρχος ήταν πολύ περίεργος άνθρωπος που εισήγαγε ασυνήθιστους νόμους και παράξενα έθιμα στην πόλη του. Στην Ουρανούπολη εκπαιδεύονταν νεαρές παρθένες (αφιερωμένες στην Άρτεμη) που προορίζονταν ως ιέρειες για την εξυπηρέτηση των ειδωλείων της Ελλάδος.
4. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται ως
Erissos.
5. Εκτός των γηγενών Ελλήνων, και άλλοι λαοί (Αλβανοί, Τούρκοι, Κιρκάσιοι, Εβραίοι, Βούλγαροι), είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή και εργάζονταν στα γειτονικά μεταλλεία Σιδηροκαυσίων, από τον 16ο αιώνα τουλάχιστον, οι περισσότεροι για να αποφύγουν την τυραννία των Τούρκων στους τόπους τους, μια και η Χαλκιδική εκείνη την εποχή διέθετε ειδικά προνόμια, λόγω της μεταλλευτικής δραστηριότητας.
6. Πρόκειται για την τρόκνια, την οποία η γιαγιάδες μας εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν.
7. Το παρακάτω απόσπασμα αποτελεί μία πολύ γραφική, όσο και ενδιαφέρουσα περιγραφή των εθίμων του γάμου στην Χαλκιδική (τουλάχιστον στην Ιερισσό), κατά την περίοδο πριν την επανάσταση της Χαλκιδικής του 1821, την καταστροφή της και την μετοίκιση των κατοίκων της στην Ν. Ελλάδα, απ’ όπου πιθανόν να πήραν και άλλα ήθη και έθιμα, τα οποία “μπόλιασαν” μαζί με τα προϋπάρχοντα.
8. Πρόκειται για την ελάχιστη φορολογική μονάδα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τον χανέ (σπίτι).
9. Ο Ίσβορος ή Νίσβορος είναι η σημερινή Στρατονίκη.
10. Ο Αγάς είχε ως έδρα του το χωριό Καζαντζήδες ή Μαχαλά (τα σημερινά Στάγειρα). Διέμενε μάλιστα σε έναν πύργο (κονάκι του Μαδέμ Αγά), τα ερείπια του οποίου διασώζονται στην είσοδο του σημερινού χωριού, στο πάρκο όπου βρίσκεται σήμερα ο ανδριάντας του Αριστοτέλη.
11. Από την αρχαιότητα ακόμη η ξυλεία της Χαλκιδικής χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή πολεμικών πλοίων.
12. Το
Νετζεσαλάρ ή
Νετζέσαλάμ ή
Νετζεβλέρ, όπως συναντάται σε διάφορες πηγές, ήταν ένα παλιό χωριό της Χαλκιδικής, το οποίο δεν έχει ταυτιστεί με κάποιο σύγχρονο οικισμό. Πιθανότατα ανήκε στα μικρότερα χωριά των Σιδηροκαυσίων. Ο περιηγητής Cousinery, που πέρασε από την περιοχή το 1831, τοποθετεί το χωριό μεταξύ Γαλάτιστας και Αρναίας και αναφέρει ότι οι κάτοικοί του είναι όλοι Έλληνες και επιδίδονται με μεγάλη επιδεξιότητα στην αγγειοπλαστική, διατηρώντας μάλιστα και αρκετά μοτίβα από την αρχαιότητα. Ο Hunt, το 1801, σύμφωνα με την πορεία του, τοποθετεί το χωριό μεταξύ Αρναίας και Σταγείρων, πιθανόν βορείως του Νεοχωρίου και Παλαιοχωρίου. Υπάρχει βέβαια και η πιθανότητα ο περιηγητής να συγχέει το όνομα του χωριού Νετζεσαλάρ με το
Νοβοσέλο (σήμερα Νεοχώρι), που σίγουρα βρίσκεται σε αυτό το σημείο της διαδρομής.
13. Στο πρωτότυπο
Laregovi. Πρόκειται για τη σημερινή Αρναία.
14. Στο πρωτότυπο
Gallitze.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου