29/9/09
Διαθήκη Κωνσταντίνου Δ. Βατζέρη (1901)
Εισαγωγή
Η διαθήκη προέρχεται επίσης από το αρχείο της Ιεράς Επισκοπής Αρδαμερίου. Η διαθήκη αυτή συντάχθηκε στα Ρεσετνίκια (Άγιο Πρόδρομο), το έτος 1901, από τον Κωνσταντίνο Δ. Βατζέρη.
Το έγγραφο έχει ως εξής:
Σήμερον την εικοστήν έκτην του μηνός Ιουνίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού ενός έτους ημέραν της εβδομάδος πέμπτην εν Ρεσιτνικίοις ειδοποιώ των κάτωθι υπογεγραμμένων μαρτύρων κ. Εμμανουήλ Ιωάννου1, Χαϊδευτόν Δημητρίου1, Γεώργιον Κ. Βακάλην1, Γεώργιον Παπά Αθανασίου1, Χρήστον Εμμανουήλ Βερμπάτην1, Γιαννάκην Δ. Κουλημπάνου1 απάντων κατοίκων των Ρεσιτνικίων και κτηματιών και μη από του νόμου εξηρομένων προσκάλεσεν ημάς ο εκ των κατοίκων της χώρας ταύτης κ. Κωνσταντίνος Δ. Βατζέρης έχων καλώς την του υγείαν και τον νουν εζήτησε να κομίση την διαθήκην αυτού και ερωτηθείς παρ' ημών είπεν ως εξής άτινα και γράφομεν αυτολεξεί.
Έχων νομίμους κληρονόμους μου τους υιούς μου Αθανάσιον2, Δημήτριον3 και Χρήστον και τας θυγατέρας μου Φανήν και Σοφίαν και την αδελφήν μου Τριγώνα Παπά Εμμανουήλ και τους ανεψιούς μου Δημήτριον4, Νικόλαον4, Στεριανόν4, Αναστάσιον4 και Γεώργιο4ν και ανεψιαίς Μαρίαν4 και Τριανταφυλλιάν4 και εξάδελφόν μου Κωνσταντίνον Σαραφιανού αφίνω μετά τον θάνατόν μου εις τους τρεις υιούς μου Αθανάσιον, Δημήτριον και Χρήστον όπως μοιρασθώσιν εξ' ημισείας.
Αον Την οικίαν μου μετά της περιοχής συνορευομένης από δρόμον, από Χρήστον Τσιακμάκην, από έτερον δρόμον και από Αστέριον Σατραζάνην.
Βον Τα συμπερίλογα της οικίας μπακίρια, σιδερικά, γεωργικά εργαλεία, βαρέλια, καδγιά και τα λοιπά.
Γον Μίαν άμπελον εις θέσιν Στρέμματα δύο στρέμματα συνορευομένην από Νικόλαον Κρανιώτην, από Γεώργιον Σταύρου5, από υιούς Παπά Εμμανουήλ και από Εμμανουήλ Βερμπάτην6.
Δον Ετέραν άμπελον εις Κοπάναις7 ενός στρέμματος συνορευομένην από υιούς Παπά Εμμανουήλ, από αδελφούς Καρούδγια, από Αθανάσιον Σταύρου8 και από Πέτρον Βούλγαρην9.
Εον Έναν παχτζέν εις Άγιον Γεώργιον δύο στρέμματα με εκατόν συκαμηναίας συνορευόμενος από αυλάκι, από Αστέριον Κιούπην10, από Αστέριον Μαυρονικόλα και από Χρήστον Καπνόν.
ΣΤον Έτερον παχτζέν εις Πουστάνια11 μίαν και ημισείαν σπουριάν με τεσσαράκοντα συκαμηναίας συνορευόμενος από Νεκροταφείον, από Χρήστου Βλάχου και από Εμμανουήλ Χαλκιά12.
Ζον Έτερον παχτζέν εις αλόνια δύο σπουρές με τεσσαράκοντα συκαμηναίας συνορευόμενος από δρόμον, από Ιωάννην Μαντζούκα και από Νικόλαον Μήτσιου.
Ηον Μίαν αχυρώνα συνορευομένη από δρόμον, από Νικόλαον Μήτσιου, από Ιωάννην Μαντζιούκαν και από Κωνσταντίνου Σαραφιανού.
Θον Καθώς είπα τα ανωτέρω θα λάβουν μετά τον θάνατόν μου εξ' ημισείας οι τρεις υιοί μου Αθανάσιος, Δημήτριος και Χρήστος καθώς και όσα ζώα ευρεθώσι.
Ιον Μετά τον θάνατόν μου αφίνω εις τας θυγατέρας μου Σοφίαν και Φανήν από δέκα λίρας τουρκικάς ανά εκάστην και εις την σύζυγόν μου Βασίλων δέκα λίρας, εις την αδελφήν μου Τριγώνα Παπά Εμμανουήλ τεσσαράκοντα γρόσια. Εις τον ανειψιόν μου Δημήτριον δέκα πέντε γρόσια.
Εις τον ανειψιόν μου Νικόλαον δέκα πέντε γρόσια.
Εις τον ανειψιόν μου Στεργιανόν δέκα πέντε γρόσια.
Εις τον ανειψιόν μου Αναστάσιον τριάκοντα γρόσια.
Εις τον ανειψιόν μου Γεώργιον δέκα πέντε γρόσια.
Εις την ανειψιάν μου Μαρίαν δέκα πέντε γρόσια.
Εις την ανειψιάν μου Τριανταφυλλιάν δέκα πέντε γρόσια.
Εις τον εξάδελφόν μου Κωνσταντίνον Σαραφιανού δέκα πέντε γρόσια. Αύτη εστίν η υστάτη θέλησίς μου, αύτη εστίν και Διαθήκη μου, αξιώ δε και προτρέπω πάντας ίνα ως Ιεράν αυτήν αναγνώρισιν. Όστις δε τολμήσει να ανατρέψη αυτών, έστω υπό το βάρος των αγίων της Εκκλησίας. Μετά ταύτα ερωτηθείς αν έχη να διαθέση τι ή διατάξη, είπεν ότι αύτη είναι η μόνη περιουσίαν και τοιαύτη η τελευταία θέλησίς του προς διάταξιν αυτής. Προτραπείς δε ίνα ορίση εκτελεστάς της Διαθήκης του ταύτης ανθρώπους τιμίους προς τους οποίους έχει απόλυτον εμπιστοσύνην, είπεν ότι διορίζει τον κ. Δημητράκην Χρήστου Αβράμην13. Όθεν εις πίστοσιν των ανωτέρω συνετάγη ενώπιον του διαθέτου και των Δημογερόντων, υπεγράφη υπ' αυτού τε και ημών και σφραγισθείσα τη σφραγίδι της Ιεράς Επισκοπής, κατηχωρήθι εν τω Κώδικι αυτής και εδόθη τω διαθέτη κ. Κωνσταντίνω Δήμω Βατζέρη. ο Διαθέτης
Κωνσταντίνος Δήμου Βατζέρης οι μάρτυρες
Μανόλης Ιωάννου
Χαϊδευτός Δημητρίου
Γ. Κ. Βακάλης
Γεώργιος Παπά Αθανασίου
Χρήστος Εμανουήλ Οικονόμου παπα Δημήτριος
παπα Αστέριος Σχόλια
1. Πρόκειται για τους δημογέροντες (κοινοτικούς συμβούλους) του Αγίου Προδρόμου εκείνης της εποχής, όπως αναφέρεται και στο τέλος του εγγράφου. Πολύτιμες πληροφορίες για τους τοπικούς άρχοντες της εποχής εκείνης λαμβάνουμε και από το ημερολόγιο (χειρόγραφες σημειώσεις) του συγχωριανού μας Χρήστου Δ. Αβραμίδη, που αξίζει κάποια στιγμή να το δούμε και τυπωμένο στο χαρτί.
Οι δημογέροντες αυτοί είναι οι: Εμμανουήλ Ι. Βατζιόλας (γενν. 1847), Χαϊδευτός Δ. Χαϊδευτού, Γεώργιος Κ. Βακάλης, Γεώργιος Αθ. Παπαθανασίου (γενν. 1867) ο επωνομαζόμενος "Γιωρίκας", Χρήστος Εμμ. Βερβάτης (γενν. 1863), Ιωάννης Δ. Κολυμβάνος (γενν. 1848).
2. Αθανάσιος Κ. Βατσέρης (γενν. 1884), στο επάγγελμα γραμματέας. Πριν την απελευθέρωση διετέλεσε δάσκαλος στην Νικήτη (πληροφορία από το βιβλίο του κ. Ιωάννη Δ. Κανατά, "Η παλιά Νικήτη", έκδοση της Εκπολιτιστικής Εταιρείας Νέων Νικήτης "Ο Σίθων") και μετέπειτα δικηγόρος στην Θεσσαλονίκη.
3. Δημήτριος Κ. Βατσέρης (γενν. 1892), στο επάγγελμα γεωργός.
4. Παιδιά της αδερφής του διαθέτη Τριγώνας Δ. Βατζέρη και του παπα-Μανώλη (δεν γνωρίζω το αρχικό επίθετο), τα οποία πήραν το επίθετο Παπαμανώλης. Ο Στεριανός γεννήθηκε το 1862 και ήταν χοιροβοσκός, ο Αναστάσιος το 1864, δάσκαλος στο χωριό μας μετά την απελευθέρωση, ο Γεώργιος το 1872, υποδηματοποιός.
5. Γεώργιος Σταύρου (Σταυρούδης) του Γεωργίου, γεννηθείς το 1850 και στο επάγγελμα σαγματοποιός (σαμαράς).
6. Ο Εμμανουήλ Βερμπάτης είχε παιδιά τους Αστέριο (γενν. 1860) και Χρήστο (γενν. 1863), γεωργούς στο επάγγελμα.
7. Οι Κοπάνες ήταν κοντά στο εξωκλήσι του Αγίου Ραφαήλ.
8. Αθανάσιος Γ. Σταύρου (Σταυρούδης).
9. Πέτρος Αστ. Αναγνώστου (Βούλγαρης), γεννηθείς το 1853.
10. Αστέριος Κ. Κιούπης (γενν. 1852), γεωργός.
11. Τα Μποστάνια βρίσκονταν μπροστά και δίπλα από το Νεκροταφείο του χωριού, δίπλα στο ποτάμι. Είναι χαρακτηριστικό και το τοπωνύμιο που έχει διασωθεί στο μέρος αυτό "Τ' Μπατζέρ' η κερασιά", που συμφωνεί απόλυτα με αυτή την διαθήκη.
12. Εμμανουήλ (Μανωλάκης) Χαλκιάς του Μιχαήλ, γεννηθείς το 1855 και στο επάγγελμα χαλκιάς (σιδηρουργός).
13. Ο Δημητράκης Χρ. Αβράμης (Αβραμίδης), γεννηθείς το 1863, γεωργός στο επάγγελμα, ήταν εκείνη την εποχή ο μουχτάρης (πρόεδρος) του χωριού.
26/9/09
Γειτονιά
Αφηγήτρια: Μαρία Ι. Σαράφη
Καταγραφή: Γιάννης Δ. Σαράφης
Τόπος: Άγιος Πρόδρομος
Ημερομηνία: 06/01/2005 - Στον Άγιο Πρόδρομο πρόλαβες εσύ πλακόστρωτα; Ή ήταν όλα τσιμεντένια; - Οι δρόμ’; - Ναι. - Ήταν πρώτα καλντιρίμια. - Πού είχε; Είχε σε μας εκεί καλντερίμια; - Είχι ικεί που ήμιστι. - Στη στενούρα δεν είχε όμως; - Ικεί στ'_στινούρα δεν είχι. - Χώμα είχε. Από πάνω; - Ύστιρα το 'ρ'ξαν τσιμέντο κι ύστιρα γέμισι λακούβις, χάλασι του τσιμέντου. Από πάν' κι ικεί έγινι... - Χώμα ήταν ή είχε καλντερίμια; - Είχι καλντερίμι. - Και μέχρι πού κατέβαινε; - Μέχρι ικεί του σπίτ’ τ'ς Θουμαής1. - Και παρακάτω έβγαινε στο δρόμο ή όχι; - Όχ', ύστιρα παρακάτ' δεν είχι. - Πιο πάνω, εκεί στην γιαγιά την Αλεξάνδρα2 είχε κι από κει καλντερίμια; - Ήταν καλντιρίμια. - Και πότε τα χάλασαν; - Ύστιρα που έρ'ξαν τσιμέντο. - Πότε; Το 50', το 60'; - Δε θ'μούμι πότε ήταν. - Και φώτα δε θα είχε τότε. - Δεν είχι φώτα όταν παντρεύ'καμι. Μι τ'ς γκαζόλαμπις ήμασταν. - Ποιος παπάς σας πάντρεψε στον Άη-Πρόδρομο; - Η παπα-Σατραζάν'ς. Ήταν κι δάσκαλος ικείνους. Κι δάσκαλους κι παπάς. - Και στο γάμο πώς ήρθες, με το κάρο; - Μι τα κάρα. - Τ' αδέρφια σου σε έφεραν; - Έπιζαν... - Έπαιζαν κιόλας; Είχαν ορχήστρα; - Έπιζι η μιγάλους η θείους η Μανώλ'ς, λαγούτου, αλλά τότι τουν πήραν στη 'στυνουμία κι τουν έδειραν πουλύ παραμουνές που ήταν να παντρηυτούμι. - Παραμονή απ' το γάμο; - Απ' το γάμο…Τουν είχαν μαυρίσ' στου ξύλου. Ίλιγαν ότι έδουσι τ'ς αντάρτις ψουμί, ξέρου 'γώ τι, κι... τουν πήγαν στη 'στυνουμία. Κι ξαναείπι άμα τουν καλέσ'... κι τότι τουν ξανακαλούσαν κι βγήκι όξου ύστιρα αντάρτ'ς. - Μετά είχε γλέντι στο γάμο; - Είχι, χόρηυάμι κάτ' ικεί στην αυλή. - Είχε χώρο εκεί στην αυλή να χορέψεις; - Ικεί 'πού πάν... - Απ' την δικιά σου την πορτούδα, απ' το σπίτι; Ήταν ανοιχτό εκεί; Ή όπως είναι τώρα; - Ε, να ήταν, όπως είνι τώρα... Ικείνου του σπίτ' δεν του 'χει η Χρυσάφ'ς3. - Τι ήταν εκεί; - Ήταν ένας άλλους... πώς τουν έλιγαν, Κουκκών'ς λέγουνταν; - Κοκκωνάδ'κο ήταν το σπίτι δηλαδή; - Ικείνου που έχ' η Χρυσάφ'ς ήταν χαμώια όλου, κι ύστιρα το 'φκιασι η Χρυσάφ'ς. - Άρα ήταν και πιο ανοιχτό εκεί. - Μπα, ήταν πάλι έτσι_α όπως έρχιτι κλειστό, είχι μπλουκό. Φράχτ' είχι, φράχτ'... - Και τ' άλλο απέναντι που είναι το ερείπιο, ποιανού ήταν; Εκείνο το παλιό. - Ικείνο ήταν τ'ς γιαγιάς τ'ς Θουμαής. - Ποιανής γιαγιάς Θωμαής, της Μανωλάκαινας; - Ναι, τ’ς Μανωλάκινας. - Εσύ τους πρόλαβες, ζούσαν εκεί; - Τ'ς πρόλαβα. - Μετά έχτισαν το κάτω το σπίτι, αυτό που ζούσαν μετά, τώρα τελευταία; - Του 'χαν φκιάσ', 'πού σεισμόπληκτου το 'φκιασαν τώρα, δε θ'μούμι. - Είχε άλλο σπίτι πιο μπροστά; - Ικείνου ήταν αλλά ήταν, διαφουριτικό. - Κι αυτό που ήταν από κάτω ήταν της θειας Κωνσταντινιάς4 το πατρικό, πιο κάτω εκείνο το χαμηλό; - Ναι, κάθ'νταν η μάνα της Κουσταντινιάς, κι η πατέρας τ'ς. Η θεια Κουσταντινιά κά'νταν ιδώ στο... που 'ν' του βινζινάδ'κο. - Και η μάνα της κι ο πατέρας της καθόταν εκεί; - Καθόταν ικεί. - Από ποιο σόι ήταν η θεια η Κωνσταντινιά; - Μοσχόπ'λαινα. Μοσχοπούλου λέγουνταv. - Και τον πατέρα της και τη μάνα της πώς τους έλεγαν; - Του πατέρα τ'ς τουν έλιγαν Χρήστου κι τη μάνα τ'ς Κατιρίν'. - Οι Αδαμάδες εκεί ήταν που είναι και τώρα; - Οι Αδαμάδις ικεί. - Η θεια η Πολυτίμη5 κάθονταν εκεί όταν ήρθες εσύ; - Ύστιρ' απ' τ' ιμένα παντρεύ'κι η θεία Πουλυτίμ’. - Εκεί που ήταν οι Σερλήδες, ποιος έμενε; - Ε, να έμινι ικεί η θεια η Αγγέλου6 που 'χ' του φούρνου. Είχαν απού ένα δουμάτιου με τ'ν άλλ’, μι τ’ς Φουτεινής ντ' πιθιρά, κι ύστιρα πήραν που κάτ' στα καφινεία του σπίτ' ικείνου πο' 'χ'ν του φούρνου. - Εκεί ποιος έμενε στα καφενεία; - Το αγόρασαν 'πού μία, δε ξέρου, στ'_Σαλουνίκ' πάει ικείνην τώρα, π' του πούλ'σι. Τ' αγόρασι η Αγγέλου, τ'ς Αγγέλους η μάνα... - Της θειας Αγγέλως τη μάνα πώς την έλεγαν; - Μυγδάλω. Μαγδάληνή την έβγαλαν, αλλά Μυγδάλω την έλιγαν. - Από ποιο σόι ήταν η θεια η Αγγέλω; - Ε να, Σερλήδαινα ήταν. Η πατέρα τ'ς ήταν απ' τα Σανά. - Απ' τα Σανά, και ήρθαν στο χωριό; - Ήρταν στου xoυριό, είχαν μια αδιρφή. Πέρν’ Μπερμπάταινα. Τ’ μπαρμπα τ' Μόσχου7 κι τ' Βασίλ' τ' μάνα, τ'ν είχαν αδερφή. - Κι οι Γιαννακούδηδες έμεναν εκεί παραπέρα; - Ικεί έμιναν.
Καταγραφή: Γιάννης Δ. Σαράφης
Τόπος: Άγιος Πρόδρομος
Ημερομηνία: 06/01/2005 - Στον Άγιο Πρόδρομο πρόλαβες εσύ πλακόστρωτα; Ή ήταν όλα τσιμεντένια; - Οι δρόμ’; - Ναι. - Ήταν πρώτα καλντιρίμια. - Πού είχε; Είχε σε μας εκεί καλντερίμια; - Είχι ικεί που ήμιστι. - Στη στενούρα δεν είχε όμως; - Ικεί στ'_στινούρα δεν είχι. - Χώμα είχε. Από πάνω; - Ύστιρα το 'ρ'ξαν τσιμέντο κι ύστιρα γέμισι λακούβις, χάλασι του τσιμέντου. Από πάν' κι ικεί έγινι... - Χώμα ήταν ή είχε καλντερίμια; - Είχι καλντερίμι. - Και μέχρι πού κατέβαινε; - Μέχρι ικεί του σπίτ’ τ'ς Θουμαής1. - Και παρακάτω έβγαινε στο δρόμο ή όχι; - Όχ', ύστιρα παρακάτ' δεν είχι. - Πιο πάνω, εκεί στην γιαγιά την Αλεξάνδρα2 είχε κι από κει καλντερίμια; - Ήταν καλντιρίμια. - Και πότε τα χάλασαν; - Ύστιρα που έρ'ξαν τσιμέντο. - Πότε; Το 50', το 60'; - Δε θ'μούμι πότε ήταν. - Και φώτα δε θα είχε τότε. - Δεν είχι φώτα όταν παντρεύ'καμι. Μι τ'ς γκαζόλαμπις ήμασταν. - Ποιος παπάς σας πάντρεψε στον Άη-Πρόδρομο; - Η παπα-Σατραζάν'ς. Ήταν κι δάσκαλος ικείνους. Κι δάσκαλους κι παπάς. - Και στο γάμο πώς ήρθες, με το κάρο; - Μι τα κάρα. - Τ' αδέρφια σου σε έφεραν; - Έπιζαν... - Έπαιζαν κιόλας; Είχαν ορχήστρα; - Έπιζι η μιγάλους η θείους η Μανώλ'ς, λαγούτου, αλλά τότι τουν πήραν στη 'στυνουμία κι τουν έδειραν πουλύ παραμουνές που ήταν να παντρηυτούμι. - Παραμονή απ' το γάμο; - Απ' το γάμο…Τουν είχαν μαυρίσ' στου ξύλου. Ίλιγαν ότι έδουσι τ'ς αντάρτις ψουμί, ξέρου 'γώ τι, κι... τουν πήγαν στη 'στυνουμία. Κι ξαναείπι άμα τουν καλέσ'... κι τότι τουν ξανακαλούσαν κι βγήκι όξου ύστιρα αντάρτ'ς. - Μετά είχε γλέντι στο γάμο; - Είχι, χόρηυάμι κάτ' ικεί στην αυλή. - Είχε χώρο εκεί στην αυλή να χορέψεις; - Ικεί 'πού πάν... - Απ' την δικιά σου την πορτούδα, απ' το σπίτι; Ήταν ανοιχτό εκεί; Ή όπως είναι τώρα; - Ε, να ήταν, όπως είνι τώρα... Ικείνου του σπίτ' δεν του 'χει η Χρυσάφ'ς3. - Τι ήταν εκεί; - Ήταν ένας άλλους... πώς τουν έλιγαν, Κουκκών'ς λέγουνταν; - Κοκκωνάδ'κο ήταν το σπίτι δηλαδή; - Ικείνου που έχ' η Χρυσάφ'ς ήταν χαμώια όλου, κι ύστιρα το 'φκιασι η Χρυσάφ'ς. - Άρα ήταν και πιο ανοιχτό εκεί. - Μπα, ήταν πάλι έτσι_α όπως έρχιτι κλειστό, είχι μπλουκό. Φράχτ' είχι, φράχτ'... - Και τ' άλλο απέναντι που είναι το ερείπιο, ποιανού ήταν; Εκείνο το παλιό. - Ικείνο ήταν τ'ς γιαγιάς τ'ς Θουμαής. - Ποιανής γιαγιάς Θωμαής, της Μανωλάκαινας; - Ναι, τ’ς Μανωλάκινας. - Εσύ τους πρόλαβες, ζούσαν εκεί; - Τ'ς πρόλαβα. - Μετά έχτισαν το κάτω το σπίτι, αυτό που ζούσαν μετά, τώρα τελευταία; - Του 'χαν φκιάσ', 'πού σεισμόπληκτου το 'φκιασαν τώρα, δε θ'μούμι. - Είχε άλλο σπίτι πιο μπροστά; - Ικείνου ήταν αλλά ήταν, διαφουριτικό. - Κι αυτό που ήταν από κάτω ήταν της θειας Κωνσταντινιάς4 το πατρικό, πιο κάτω εκείνο το χαμηλό; - Ναι, κάθ'νταν η μάνα της Κουσταντινιάς, κι η πατέρας τ'ς. Η θεια Κουσταντινιά κά'νταν ιδώ στο... που 'ν' του βινζινάδ'κο. - Και η μάνα της κι ο πατέρας της καθόταν εκεί; - Καθόταν ικεί. - Από ποιο σόι ήταν η θεια η Κωνσταντινιά; - Μοσχόπ'λαινα. Μοσχοπούλου λέγουνταv. - Και τον πατέρα της και τη μάνα της πώς τους έλεγαν; - Του πατέρα τ'ς τουν έλιγαν Χρήστου κι τη μάνα τ'ς Κατιρίν'. - Οι Αδαμάδες εκεί ήταν που είναι και τώρα; - Οι Αδαμάδις ικεί. - Η θεια η Πολυτίμη5 κάθονταν εκεί όταν ήρθες εσύ; - Ύστιρ' απ' τ' ιμένα παντρεύ'κι η θεία Πουλυτίμ’. - Εκεί που ήταν οι Σερλήδες, ποιος έμενε; - Ε, να έμινι ικεί η θεια η Αγγέλου6 που 'χ' του φούρνου. Είχαν απού ένα δουμάτιου με τ'ν άλλ’, μι τ’ς Φουτεινής ντ' πιθιρά, κι ύστιρα πήραν που κάτ' στα καφινεία του σπίτ' ικείνου πο' 'χ'ν του φούρνου. - Εκεί ποιος έμενε στα καφενεία; - Το αγόρασαν 'πού μία, δε ξέρου, στ'_Σαλουνίκ' πάει ικείνην τώρα, π' του πούλ'σι. Τ' αγόρασι η Αγγέλου, τ'ς Αγγέλους η μάνα... - Της θειας Αγγέλως τη μάνα πώς την έλεγαν; - Μυγδάλω. Μαγδάληνή την έβγαλαν, αλλά Μυγδάλω την έλιγαν. - Από ποιο σόι ήταν η θεια η Αγγέλω; - Ε να, Σερλήδαινα ήταν. Η πατέρα τ'ς ήταν απ' τα Σανά. - Απ' τα Σανά, και ήρθαν στο χωριό; - Ήρταν στου xoυριό, είχαν μια αδιρφή. Πέρν’ Μπερμπάταινα. Τ’ μπαρμπα τ' Μόσχου7 κι τ' Βασίλ' τ' μάνα, τ'ν είχαν αδερφή. - Κι οι Γιαννακούδηδες έμεναν εκεί παραπέρα; - Ικεί έμιναν.
----------------------------------------------------------------------------------------------- 1. Θωμαή Αχτινά (Αχτινούδη), σύζυγος Χρήστου Μανωλάκη.
2. Αλεξάνδρα Τσίγγανου, σύζυγος Ιωάννη Αθ. Χρυσαφούδη.
3. Χρυσάφης Αθ. Χρυσάφης.
4. Κωνσταντινιά Μοσχοπούλου, σύζυγος Νικολάου Ι. Καζλάρη.
5. Πολυτίμη Κολυμβάνου, σύζυγος Χρήστου Ε. Βερβάτη.
6. Αγγελική Σερλή, σύζυγος Δημητρioυ Χρ. Aυγέρου.
2. Αλεξάνδρα Τσίγγανου, σύζυγος Ιωάννη Αθ. Χρυσαφούδη.
3. Χρυσάφης Αθ. Χρυσάφης.
4. Κωνσταντινιά Μοσχοπούλου, σύζυγος Νικολάου Ι. Καζλάρη.
5. Πολυτίμη Κολυμβάνου, σύζυγος Χρήστου Ε. Βερβάτη.
6. Αγγελική Σερλή, σύζυγος Δημητρioυ Χρ. Aυγέρου.
7. Μόσχος και Βασίλειος Δ. Βερβάτης.
22/9/09
Πωλητήριο έγγραφο οικογενειακής μερίδας Παναγιώτη Βουλγαρούδη (1887)
Εισαγωγή
Άλλο ένα έγγραφο από το αρχείο της Ιεράς Επισκοπής Αρδαμερίου που αφορά το χωριό μας. Πρόκειται για πωλητήριο έγγραφο της οικογενειακής μερίδας του Παναγιώτη Βουλγαρούδη (Αναγνώστου) στα αδέρφια του Αναστάσιο και Πέτρο, το έτος 1887. Ο ίδιος κατοικεί, όπως σημειώνεται στο έγγραφο, στο Καϊτζίκι (Παλαιόκαστρο) όπου και παντρεύτηκε. Στο έγγραφο παρέχονται επίσης και μερικές πληροφορίες για την θέση της οικίας, όπως η γειτνίαση με την οικία του Δημητρίου Κρανιώτη. Ο Δημήτριος Κρανιώτης είχε παιδιά τους Γεώργιο (γενν. 1873) και Ιωάννη (γενν. 1881). Η οικία βρισκόταν στην επονομαζόμενη στον Άγιο Πρόδρομο γειτονιά "Κρανιωτάδ'κα", όπως λέγεται και σήμερα, και πιθανότατα πρόκειται για την οικία Αναγνώστου.
Το έγγραφο έχει ως εξής:
Δια του παρόντος πωλητηρίου εγγράφου δήλον γίνεται ότι ο υποφαινόμενος Παναγιώτης Βουλγαρούδης κάτοικος Καϊτζικίου οικειοθελώς και απαραβιάστως επώλησα σήμερον προς τους αδελφούς μου, Αναστάσιον και Πέτρον Βουλγαρούδη, το εκ της πατρικής ημών οικίας μερίδιόν μου, ελεύθερον πάσης ενεχειριάσεως και συνιστάμενον εξ ημίσεως δωματίου μετά μεριδίου αναλόγου αυλής, γειτνιάζοντας ένθεν μεν με μέρος του δωματίου του Αναστασίου Βούλγαρη, ένθεν με δωμάτιον Πέτρου Βουλγαρούδη και ένθεν με την οικίαν του Δημητρίου Κρανιώτη, δια λίρας τουρκικάς εννέα αριθ. 9, ας έλαβον σώας και ανελλειπείς, αποξενούμενος λοιπόν πάσης κυριότητος και εξουσίας επί του ειρημένου μεριδίου μου, ομολογώ τους αδελφούς μου Αναστάσιον και Πέτρον τελείους και ουσιαστάς υπισχνούμενος να μείνωσιν ανενόχλητοι παρ' εμού και των κληρονόμων μου και παρ' οιασδήποτε ξένης επεμβάσεως, υποχρεούμενος να δώσω και την προφορικήν ομολογίαν προς έκδοσιν των νομίμων χουτζετίων. Δι' ο εγένετο το παρόν έγγραφον μεμαρτυρημένον υπό των κάτωθι αξιοπίστων μαρτύρων, υπογεγραμμένον υπό του εντολέως μου κυρίου Νικολάου Κώτα, άτε αυτός αγράμματος ων και επικεκυρωμένον τη υπογραφή του πανιερωτάτου αρχιερέως ημών αγίου Αρδαμερίου Κυρίου Κωνσταντίου και εδόθη εις χείρας των αγοραστών Αναστασίου και Πέτρου προς ένδειξιν και ασφάλειαν.
Εν Γαλατίστη τη 27η 7/βρίου 1887
Γεώργιος Μπούρδας μαρτυρώ
Αθανάσιος Κιούρτης μαρτυρώ
21/9/09
Πνευματική κατάσταση επισκοπής Αρδαμερίου (1876 και 1884)
Εφημερίδα: Φάρος της Μακεδονίας
Τεύχος: 861
Ημερομηνία: 25 Ιουλίου 1884
Πνευματική κατάστασις της Επισκοπής Αρδαμερίου από της μεταβάσεως του νυν επισκόπου κ. Κωνσταντίου και εντεύθεν. Εις τον περιελθόντα προ οκταετίας την μικράν επισκοπήν Αρδαμερίου την γειτνιάζουσαν τη ημετέρα πόλει ήθελε φανή σήμερον παράδοξος και σχεδόν απίστευτος η πνευματική αυτής επίδοσις και προαγωγή η εντοσούτω μικρώ χρονικώ διαστήματι επιτευχθείσα. Τοσούτον δύναται να συντελέση εις ταύτην αρχιερεύς άξιος της κλήσεως, εν η εκλήθη, αρχιερεύς συναισθανόμενος κατά βάθος τον προορισμόν αυτού και ένθεον προς τα γράμματα ζήλον τρέφων. Αρχήν έχοντες πάντοτε να στηρίζωμεν τους λόγους επί των πραγμάτων, ίνα μη φαινώμεθα ματαιολογούντες, αφίνομεν αυτά τα πράγματα να λαλήσωσιν αφ' εαυτών. Η Γαλάτιστα έδρα ούσα της επισκοπής ταύτης και πλείονας των πεντακοσίων οικιών αριθμούσα διετήρει κατά το έτος 1876 ένα διδάσκαλον μεθ' ενός βοηθού, ήδη δε διατηρεί τρεις διδάσκοντας περί τους 230 μαθητάς, οίτινες μεταβαίνοντες εις το ενταύθα γυμνάσιον κατατάσσονται ακωλύτως εις την Β'αν τάξιν του γυμνασίου κατά την νέαν διαίρεσιν. Το χωρίον Ραβνά εξ ογδοήκοντα οικογενειών συνιστάμενον διετήρει τότε γραμματοδιδάσκαλον τινά διδάσκοντα ευαρίθμους παίδας εν τινί δωματίω, ήδη δε διατηρεί τακτικόν δημοτικόν σχολείον, εις ο φοιτώση περί τους 60 μαθητάς ευρυνθέντος του δωματίου εκείνου και μετατραπέντος εις δημοτικήν σχολήν. Η κωμόπολις Λειβάδιον εκ 300 οικογενειών συγκειμένη διετήρει ένα και μόνον διδάσκαλον τότε, ήδη δε διατηρεί δύο μεταρρυθμίσασα κατά το εν Θεσσαλονίκη αστικόν το δημοτικόν της σχολείον, εις ο φοιτώσι περί τους 140 μαθητάς. Το χωρίον Περιστερά εξ 100 οικογενειών συνιστάμενον μετεχειρίζετο τον τότε εφημέριον και ως διδάσκαλον, ήδη έχει τακτικόν δημοδιδάσκαλον διδάσκοντα περί τους 50 παίδας. Το χωρίον Αρδαμέριον είχε γραμματοδιδάσκαλον τινά, όστις εχρησίμευε και ως σκυτοτόμος εν τω χωρίω, διδάσκοντα τους παίδας εν τινί σκοτεινώ δωματίω, προ δύο όμως ετών ωκοδόμησε και κτίριον κατάλληλον και διδάσκαλον τακτικόν διατηρεί διδάσκοντα περί τους 50 παίδας. Η κωμόπολις Ζαγγλιβέριον κεντρικωτάτη ούσα προς τα βόρεια της Χαλκιδικής, εν η και αγορά συγκροτείται καθ' εκάστην εβδομάδα αποτελείται εκ 300 και επέκεινα οικογενειών χριστιανικών και τινών οθωμανικών, είχε δε μόλις εν γραμματοδιδασκαλείον και γραμματοδιδάσκαλον τινά εκ Ζαγορίου, όστις εδίδασκεν άλλοτε μεν εν τω νάρθηκι της εκκλησίας, άλλοτε δε εν τινί σχολείω μεν λεγομένω, δυναμένω όμως να παραβληθή προς ιπποστάσιον, ήδη δε ανήγειρε κτίριον διόροφον μεγαλοπρεπέστατον, εκάστης οροφής εχούσης τέσσαρα δωμάτια και εν διευθυντήριον, διατηρεί δε δύο διδασκάλους διδάσκοντας περί τους 140 μαθητάς. Το χωρίον Αδάμ εξ 160 οικογενειών είχε μόλις γραμματοδιδασκαλείον, ότε μεν εν ενεργεία, ότε δε ουχί, ήδη δε έχει τακτικόν δημοτικόν σχολείον, εις ο φοιτώσι περί τους 60 παίδας. Το χωρίον Δουπιά έχει ήδη τακτικόν δημοτικόν σχολείον εις ο φοιτώσι πλείονες των 60 μαθητών, οι δε εκ του σχολείου τούτου εξερχόμενοι μαθηταί κατατάσσονται εις το σχολείον Γαλατίστης ακωλύτως, εν ω πρότερον διετήρει μόλις γραμματοδιδάσκαλον τινά. Το χωρίον Σανά εκ 40 οικογενειών χριστιανικών αποτελούμενον διατηρεί ήδη γραμματοδιδασκαλείον. Το χωρίον Κρύμη ωσαύτως εκ 40 οικογενειών συνιστάμενον διατηρεί γραμματοδιδασκαλείον με είκοσι μαθητάς. Το χωρίον Λουζίκιον εκ 50 οικογενειών διατηρεί επίσης γραμματοδιδασκαλείον, εις ο φοιτώση περί τους 25 παίδας. Το χωρίον Στανός εξ 120 οικογενειών αποτελούμενον εν ω ούτε ίχνος καν σχολείου ή διδασκάλου υπήρχον, ήδη και οικοδόμημα κατάλληλον εκ βάθρων ανήγειρε και τακτικόν δημοτικόν σχολείον διατηρεί, εις ο φοιτώσι περί τους 65 παίδας. Το χωρίον Παλαιόχωρα έχον οικοδομήν τινά φέρουσαν μεν την ονομασίαν σχολείου, χρησιμεύουσαν όμως ως αποθήκην γεννημάτων της δεκάτης, ήδη διατηρεί τακτικήν δημοτικήν σχολήν, εις ην φοιτώσι περί τους 40 παίδες. Το χωρίον Σιαποτνίκια εξ 80 οικογενειών συνιστάμενον ούτε εγνώριζε καν την λέξιν σχολείον, ήδη όμως και οικοδομήν κατάλληλον εκ βάθρων ανήγειρε διόροφον και δημοδιδάσκαλον τακτικόν διατηρεί διδάσκοντα περί τους 50 παίδας. Το χωρίον Δουπλίκια εκ 50 οικογενειών εις την αυτήν πνευματικήν ον κατάστασιν τω προηγουμένω προ τριών ήδη ετών και κτίριον ανήγειρε και δημοδιδάσκαλον κατάλληλον προσέλαβε διδάσκοντα 40 παίδας. Το χωρίον Καϊτζίκι εκ 40 ωσαύτως οικογενειών ηγνόει και τούτο παντελώς τας λέξεις σχολείον και διδάσκαλος, από τινών όμως ετών προσέλαβε τακτικόν δημοδιδάσκαλον και κτίριον λαμπρότατον ωκοδόμησεν, όπερ οι μεταβαίνοντες εις Πολύγηρον βλέπουσιν ιδίοις οφθαλμοίς. Το χωρίον Ροσετνίκια εξ 100 και πλέον οικογενειών αποτελούμενον διετήρει γραμματοδιδάσκαλον τινά, όστις και τον σκυτοτόμον επηγγέλετο, διδάσκοντα εν τω δωματίω της εκκλησίας, όπερ βραδύτερον μεθ' ενός άλλου μετεβλήθη εις σχολείον τακτικόν, εν ω διδάσκει ήδη εις τακτικός δημοδιδάσκαλος 70 παίδας. Αι μισθοδοσίαι όλων των διδασκάλων χορηγούνται εκ του ταμείου των ιερών εκκλησιών και τινών εισοδημάτων, άπερ τινά σχολεία κέκτηνται. Άπασαι δε αι οικοδομαί των σχολείων οφείλονται εις την φιλομουσίαν και ακάματον δραστηριότητα του νυν επισκόπου κ. Κωνσταντίου, όστις εν ταις πλείσταις οικοδομαίς αυτοπροσώπως επιστατών και λίθους και ξύλα επί των ώμων μετεκόμιζε πρώτος αυτός δίδων χριστομιμήτως το παράδειγμα τοις εαυτού χριστιανοίς. Παν επί τούτου σχόλιον κρίνομεν περιττόν, αφ ου τα πράγματα μαρτυρούσιν αφ' εαυτών. Ευχόμεθα δε μόνον, όπως και άλλαι επαρχίαι τύχωσι τοιούτων ποιμένων.
19/9/09
Τι έχεις καημένη κόρη
Τι έχεις καημένη κόρη - Τι έχεις καημένη κόρη
και μέρα-νύχτα κλαις
κι εμένα τον καημό σου, καλέ κόρη
γιατί δεν μου τον λες.
και μέρα-νύχτα κλαις
κι εμένα τον καημό σου, καλέ κόρη
γιατί δεν μου τον λες.
- Τι να σου πω μάνα μου,
τι να σ’ αποκριθώ,
δεν ξέρεις απ’ αγάπη, καλέ μάνα
κι από κρυφό καημό. Εγώ αν δεν τον πάρω
αυτόν που αγαπώ
στη θάλασσα θα πάω, καλέ μάνα
τι να σ’ αποκριθώ,
δεν ξέρεις απ’ αγάπη, καλέ μάνα
κι από κρυφό καημό. Εγώ αν δεν τον πάρω
αυτόν που αγαπώ
στη θάλασσα θα πάω, καλέ μάνα
να πέσω να πνιγώ.
17/9/09
Διαθήκη Δημητρίου Αθ. Σαράφου εν έτει 1885
Εισαγωγή
Στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, που βρίσκεται στην Θεσσαλονίκη, διασώζεται το αρχείο της Επισκοπής Αρδαμερίου της περιόδου 1876 - 1914, το οποίο περιέχει εκτός των άλλων και πολύτιμες πληροφορίες για τον τόπο μας και το χωριό μας, μια και αυτό ανήκε από παλιά στην Επισκοπή Αρδαμερίου και στην συνέχεια στην Μητρόπολη Ιερισσού, Αγ. Όρους και Αρδαμερίου.
Πρόσφατα, ψάχνοντας στο αρχείο αυτό, "ανακάλυψα" αρκετά έγγραφα που αφορούν τον Άγιο Πρόδρομο, για την ακρίβεια τα Ρεσετνίκια, όπως λεγόταν παλιά το χωριό. Μεταξύ αυτών και μία διαθήκη του 1885 ενός Αγιοπροδρομίτη, ο οποίος τυγχάνει να είναι και πρόγονός μου (παππούς του προπάππου μου). Συγκινήθηκα!
Το έγγραφο περιέχει και πολλές πληροφορίες σχετικά με τοπωνύμια του χωριού, με τις καλλιέργειες που υπήρχαν παλαιότερα, με κατοίκους του, συμπληρώνοντας το παζλ της ιστορίας μας με χαμένα και λησμονημένα κομμάτια της. Το έγγραφο έχει ως εξής:
Ο Αρδαμερίου Κωνστάντιος1
Εν Γαλατίστη σήμερον τη εικοστή ενάτη του μηνός Ιουλίου του χιλιοστού οκτακοσιοστού ογδοηκοστού πέμπτου έτους ημέραν δε της εβδομάδος δευτέραν και ώραν μετά μεσημβρίαν ογδόην παραστάς ενώπιον εμού του Κωνσταντίνου Γιαννακίτσα χρέη γραμματέως εκτελούντος της ιεράς Επισκοπής Αρδαμερίου και των κάτωθι μαρτύρων Ζαχαρία Κατακάλου2 ιατρού, Κώνστα Πολύζου2 κτηματίου, Εμμανουήλ Κατακάλου2 κτηματίου, Γεωργίου Μπούρδα2 κτηματίου, Αθανασίου Παπούλιου2 κτηματίου, Νικολάου Χουζούρη2 κτηματίου, και Χαϊδευτού Δημητρίου3 παντοπώλου κατοίκου του χωρίου Ρεσιτνικίων, παραστάς λέγων ο Δημήτριος Σαράφος4 κάτοικος του χωρίου Ρεσιτνικίων, ποιμήν προβάτων, γνωστός μοι και άσχετος πάσης συγγενείας ωμολόγησεν ότι θέλει να συντάξη την διαθήκην του. Αφού εβεβαιώθην ότι ο διαθέτης έχει σώας τας φρένας προσεκάλεσα τους ειρημένους μάρτυρες γνωστούς μοι και μη εξηρημένους υπό του νόμου, να υποσχεθώσι εν βάρει συνειδήση, ότι θα φυλάξωσι μυστικόν παν ό,τι ακούσωσι παρά του διαθέτου μέχρι του θανάτου αυτού. Τότε ο διαθέτης ενώπιον εμού και των μαρτύρων είπε τα εξής, άτινα καταχωρίζω αυτολεξεί.
α: αποκαθιστώ κληρονόμους μου τους υιούς μου Γεώργιον5 και Αθανάσιον6 και τας θυγατέρας μου Τρυγώνα7 και Στεργιανήν8.
β: εις τον υιόν μου Γεώργιον αφίνω μίαν οικίαν εισώγειον με δύο ουντάδες και περιοχής γειτνιάζουσαν ένθεν με την οικίαν του Κυπαρίσση Βαβδινού, ένθεν με τας οικίας Χρήστου Βλάχου9 και Νικολάου Χαλκιά10, και ένθεν με δρόμον.
γ: έν κομμάτι αμπέλι εκ μιας σποράς εις θέσιν Στρέματα γειτνιάζον ένθεν με αμπέλι του Γιάννη Σταύρου11, ένθεν με τοιούτον του Γεωργίου Κρανιώτη12 και ένθεν με το του Βασιλείου Κατσίκα13.
δ: έτερον αμπέλι εκ μιας σποράς εις θέσιν Αξονιαίς14 όπερ γειτνιάζει ένθεν με αμπέλι του Δημητρίου Κολυμπάνου15, ένθεν με τοιούτον του Αναστασίου Βουλγαρούδη16 και ένθεν με το του Ζαχαρία Γιαγκούλα.
ε: έτερον αμπέλι εκ μιας σποράς εις θέσιν Γιοβάν γειτνιάζον με αμπέλι του Στεργίου Σαράφου17 και ένθεν με χωράφι του Βασιλείου Κατσίκα.
στ: έτερον αμπέλι εις θέσιν Μανώλη Πλάγια18 εκ μιας σποράς γειτνιάζον με άμπελον του Μόσχου Σφόλκου19, και ένθεν με τοιούτον του Νικολάου Μήτσου και με νέραντζι20.
ζ: τετρακόσια αριθ. 400 αιγία διαφόρου ηλικίας και μεγέθους, τρία αγελάδια, τρεις βόδας αροτήρας, έν άλογον και δύο όνους.
Εις τον υιόν μου Αθανάσιον αφίνω το ήμισυ ανώγειον σπίτι εν ω κατοική συνιστάμενον εξ ενός δωματίου και περιοχής εις το όπισθεν το μέρος, γειτνιάζον ένθεν με την οικίαν του Χαϊδευτού Δημητρίου, ένθεν με την οικίαν του Γεωργίου Τσιγκάνου21, και ένθεν με την του Γεωργίου Σαράφου.
β: μίαν άμπελον εις θέσιν Στρέμματα εκ μιας σποράς γειτνιάζουσαν ένθεν με την άμπελον του Σαραφιανού Τσαυντάρη22, ένθεν με την του Γεωργίου Σαράφου και ένθεν με την του Γεωργίου Κρανιώτου.
γ: έτεραν άμπελον εις θέσιν Αξονιαίς εκ μιας σποράς γειτνιάζουσαν με άμπελον του Στεργίου Σαράφου και ένθεν με την των αδελφών Βουλγαρούδια.
δ: ετέραν άμπελον εις θέσιν Γιοβάν εκ μιας σποράς γειτνιάζουσαν με άμπελον των Μοσχοπουλάδων23, ένθεν με τοιαύτην του Γεωργίου Τσιγκάνου, και ένθεν με την του Βασιλείου Κατσίκα.
ε: ετέραν άμπελον εις Μανώλη Πλάγια εκ μιας σποράς γειτνιάζουσαν με τοιαύτην του Στεργίου Σαράφου, Γεωργίου Σφόλκου και με νέραντζι.
στ: μίαν αχυρώνα γειτνιάζουσαν με τοιαύτη του Στέργιου Σαράφου και Γεωργίου Μησωρά24.
Εις την θυγατέρα μου Τρυγώνα αφίνω είκοσι αιγίδια και μίαν προβατίναν.
Εις την θυγατέρα μου Στεργιανήν αφίνω είκοσι αιγίδια και μίαν προβατίναν.
Εις τον υιόν μου Γεώργιον αφίνω εκ μίαν άμπελον εις θέσιν Γιοβάνη εξ ημισείας σποράς γειτνιάζουσαν με άμπελον του Γιάννη Μαντσούκα25, ετέρωθεν με τοιαύτην του Δημητρίου Καϊδαντζή26 και ένθεν με την του Στεργίου Σαράφου.
Μετά ταύτα υπενθήμησα εις τον διαθέτην εάν έχει να προσθέση άλλο τι ακόμη, απήντησεν ότι αφίνει εις το σχολείον της πατρίδος του την ετέραν ημίσειαν οικίαν εν η κατοική ο υιός του Αθανάσιος μετά της έμπροσθεν περιοχής, ήτη γειτνιάζει με την ημίσειαν οικίαν του υιού του Αθανασίου, με την οικίαν του Στεργίου Σαράφου ένθεν με την οικίαν του Χαϊδευτού Δημητρίου και ένθεν με δρόμον. Επί τέλους είπον αυτώ αν θέλει ν' αφίσει ελεημοσύνας εις κοινωφελή και φιλανθρωπικά καταστήματα· απήντησεν ότι αύτη και μόνη είναι η περιουσία του και τοιαύτη η του τελευταία θέλησις και ότι προσδιωρίζει εκτελεστάς της διαθήκης του ταύτης τους συγχωρίους του Χαϊδευτόν Δημητρίου και Μανώλην Γερογιάννην27 και τον Αργύριον Γεωργάκην εκ Δουμπιών. Προς πίστωσιν των ανωτέρω συνετάχθη η παρούσα διαθήκη και αναγνωσθείσα μεγαλοφώνως και ευκρινώς εις επήκοον του διαθέτου και των μαρτύρων και ιδία παρ' εκάστω αυτών παρατηρηθείσα υπεγράφη παρά του εντολέως αυτού Αιδεσιμωτάτου Παπακωνσταντίνου Παπαγεωργίου, άτι του διαθέτου ομολογήσαντος άγνοιαν γραμμάτων, των μαρτύρων και εμού.
Ο Διαθέτης
Δημήτριος Σαράφος βεβαιώ τα άνωθεν και ως αγράμματος υπογράφομαι παρά του Αιδεσιμωτάτου Παπακωνσταντίνου Παπαγεωργίου Οι μάρτυρες
Ζαχαρίας Κατακάλου
Κώνστας Πολύζου
Εμμανουήλ Κατακάλου
Γεώργιος Μπούρδας
Αθανάσ. Παπούλιου
Νικόλαος Χουζούρη
Χαϊδευτός Δημητρίου
Ο Συμβολαιογραφών Γραμματευς
Κωνσταντίνος Γιαννακίτσας
Ο εγγονός του διαθέτη Δημήτριος Γεωρ. Σαράφης και η σύζυγός του Μορφούλα Ζαχαρία
Σχόλια
1. Ο Κωνστάντιος Ματουλόπουλος υπήρξε Επίσκοπος Αρδαμερίου από το 1876 έως το 1889. Έδρα της Επισκοπής Αρδαμερίου εκείνη την εποχή ήταν η Γαλάτιστα.
2. Πρόκειται για τους προκρίτους (αζάδες) της Γαλάτιστας εκείνης της εποχής, άτομα συνήθως μορφωμένα ή καλής οικονομικής κατάστασης.
3. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τον μάρτυρα Χαϊδευτό Δημητρίου, παντοπώλη, που αναφέρεται εδώ. Το "Δημητρίου" μάλλον πρόκειται για πατρώνυμο και όχι για επίθετο, όπως συνηθιζόταν επί τουρκοκρατίας. Εκείνη την εποχή βέβαια διασώζεται στον Άγιο Πρόδρομο και το όνομα του μουχτάρη (προέδρου) του χωριού, με το όνομα Χαϊδευτός Χαϊδευτού, αλλά είναι άγνωστη η μεταξύ τους συγγένεια ή η πιθανή ταύτισή τους.
4. Πρόκειται για τον διαθέτη της συγκεκριμένης διαθήκης. Ο Δημήτριος Αθανασίου Σαράφος πρέπει να γεννήθηκε γύρω στα 1820. Παντρεύτηκε το 1843 (σύμφωνα με καταγεγραμμένη μαρτυρία του αδερφού του παππού μου, Αλέξανδρου Σαράφη) με την Τριανταφυλλιά Τσαβδαρά και έκαναν τέσσερα παιδιά, τον Θανάση και τον Γεώργιο, την Τρυγόνα και την Στέλλα (Στεργιανή). Ο Δημήτριος Σαράφος πέθανε το 1896. Είναι αξιοσημείωτο ότι από τον συγκεκριμένο Δημήτριο Σαράφο και από τον αδερφό του Αστέριο, που αναφέρεται στη συνέχεια στο έγγραφο, προέρχονται όλοι οι κλάδοι της οικογένειας Σαράφη του Αγίου Προδρόμου!
5. O Γεώργιος Δ. Σαράφης γεννήθηκε είτε το 1853 (σύμφωνα με εκλογικό κατάλογο του 1914), είτε το 1845 (μαρτυρία Αλέξανδρου Σαράφη). Παντρεύτηκε την Ευθυμία Αυγέρου το 1882 και έκαναν μαζί 7 παιδιά: τον Δημήτριο (Μήτρη), τον Χρήστο, την Αικατερίνη (σύζυγο Δημητρίου Γραμμένου), την Τριανταφυλλιά (σύζυγο Μιλτιάδη Κολυμβάνου), την Μαρία, την Ελένη (σύζυγο Ιωάννη Βατζόλα) και την Θεανώ που παντρεύτηκε στην Αθήνα. Ο Γεώργιος πέθανε το 1943.
6. Για τον Αθανάσιο Δ. Σαράφη δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Είχε 4 παιδιά, τους Ιωάννη, Δημήτριο, Μαρία (σύζυγο Γεωργίου Παπαθανασίου) και Τριανταφυλλιά (σύζυγο Γεωργίου Σατραζάνη). Πρέπει να πέθανε πριν το 1914, μια και δεν αναφέρεται στους πρώτους εκλογικούς καταλόγους του χωριού.
7. Η Τρυγόνα Δ. Σαράφη παντρεύτηκε τον ιερωμένο Αθανάσιο παπα-Γρηγόρη από τον Γεροπλάτανο. Οι απόγονοί τους σήμερα ονομάζονται Παπαγρηγορίου.
8. Η Στεργιανή Δ. Σαράφη παντρεύτηκε τον Απόστολο Ιγγλέζο ή Ιγγλέζη (Εγγλέζο) από τον Άγιο Πρόδρομο.
9. Για τον Χρήστο Βλάχου δεν γνωρίζουμε τίποτε. Όμως γνωρίζουμε ότι είχε δύο παιδιά, τον Φίλιππο (γεννηθέντα το 1877) και τον Δήμο (γεννηθέντα το 1879). Άλλα μέλη της οικογένειας των Βλάχων είναι οι Θεόδωρος Γεωργίου Βλάχου (γεννηθείς το 1853), ίσως αδερφός του Χρήστου, και ο γιος του προηγούμενου Ανδρέας. Η οικογένεια αυτή πιθανόν να εγκατέλειψε το χωριό μας, ή να άλλαξε επίθετο, μια και δεν διασώζεται αυτό στον Άγιο Πρόδρομο.
10. Δεν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε ο Νικόλαος Χαλκιάς. Γνωρίζουμε όμως ότι είχε παιδιά τους Αναστάσιο, παντοπώλη (γενν. 1863) και τον Δημήτριο, εργάτη (γενν. 1882).
11. Ο Ιωάννης Σταύρου ίσως είναι μέλος της οικογένειας Σταυρούδη.
12. Ο Γεώργιος Αθ. Κρανιώτης είχε παιδιά τους Αθανάσιο (γενν. 1867), Βασίλειο (γενν. 1873), Χρήστο (γενν. 1875) και Ιωάννη (γενν. 1885).
13. Ο Βασίλειος Αστερίου Κατσίκας, γεωργός στο επάγγελμα, γεννήθηκε το 1850. Κόρη του ήταν η Αννέτα (γενν. 1904), σύζυγος Γεωργίου Ι. Σαράφη.
14. Η τοποθεσία Αξονιές, αν δεν κάνω λάθος, βρισκόταν κάτω από το βουνό Νέυφτος, μπροστά από την τοποθεσία Λομπάρδες, λίγο παραπάνω από το εξωκλήσι του Αγίου Ραφαήλ. Το κλίμα της περιοχής ήταν εύκρατο, και ευνοούσε την καλλιέργεια αμπελιών.
15. Δεν γνωρίζουμε αν αναφέρεται στον Δημήτριο Κολυμπάνο ή στον γιό του Δήμο. Ο Δημήτριος Κολυμπάνος είχε παιδιά τους Δήμο, Αστέριο και Ιωάννη (γενν.1848). Ο Δήμος Κολυμπάνος είχε παιδιά τους Αθανάσιο (γενν. 1873) και Δημήτριο (γενν. 1873), στο επάγγελμα γεωργοί.
16. Ο Αναστάσιος Βουλγαρούδης ή Βούλγαρης είχε αδέρφια τους Πέτρο και Παναγιώτη Βουλγαρούδη. Ο Παναγιώτης Βουλγαρούδης ή Αναγνώστου πούλησε το 1887 την οικογενειακή του μερίδα στα αδέρφια του (σύμφωνα με άλλο έγγραφο της Επισκοπής Αρδαμερίου) και παντρεύτηκε στο Παλαιόκαστρο την Παγώνα Γκογκόση, αλλάζοντας και ο ίδιος το επίθετό του σε Γκογκόσης (εφημερίδα "Τα Αηδόνια", του Πολιτιστικού Συλλόγου Παλαιοκάστρου, Τεύχος 5, 2005). Ο Πέτρος Βουλγαρούδης ή Αναγνώστου είναι ο πρόγονος της οικογένειας Αναγνώστου στο χωριό μας.
17. Ο Στέργιος Αθανασίου Σαράφος ήταν αδερφός του διαθέτη Δημήτριου Σαράφου. Παιδιά του ήταν ο Κωνσταντίνος (παντρεύτηκε την Παγώνα Ντάσιου) και η Ευαγγελία (σύζυγος Βασιλικού Βατζόλα).
18. Η τοποθεσία "Μανώλη Πλάγια" ή του "Μανώλη το πλάι" βρίσκεται επάνω και δεξιά από το εξωκλήσι του Αγίου Χριστοφόρου. Εκεί είχαν παλιά καλύβες οι Σαραφάδες.
19. Ο Μόσχος Μιχαήλ Σφόλκου, κτηματίας, γεννήθηκε το 1833. Είχε παιδιά τους Παναγιώτη (γενν. 1857), Αστέριο (γενν. 1868) και Μιχαήλ (γενν. 1878), αμφότεροι στο επάγγελμα εργάτες. Μάλιστα διασώζεται στην περιοχή που αναφερόμαστε και το τοπωνύμιο "Τ' Σφόλκου η μπαξές".
20. Δεν γνωρίζουμε αν εννοεί κάποια τοποθεσία ή κάποιο δέντρο, το οποίο αποτελούσε σύνορο.
21. O Γεώργιος και ο Ιωάννης (γενν. 1834) ήταν παιδιά του Στεριανού Τσίγκανου, στο επάγγελμα κτηματίες. Ο Γεώργιος που αναφέρεται εδώ είχε παιδιά τους Στεριανό (γενν. 1861), Γεώργιο (γενν. 1867) και Βασιλικό (γενν. 1873).
22. Ο Σαραφιανός Γεωργίου Τσαβνταράς ή Τσαυντάρης (γενν. 1838), γεωργός στο επάγγελμα, ήταν κουνιάδος του διαθέτη Δημητρίου Σαράφου, ο οποίος είχε παντρευτεί την αδερφή του Τριανταφυλλιά.
23. Οι Μοσχόπουλοι είναι οικογένεια του Αγίου Προδρόμου. Στην περιοχή που βρίσκεται το εν λόγω αμπέλι υπάρχει το τοπωνύμιο "Τ' Μοσχόπουλ' η μπαντίνα".
24. Δεν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε ο Γεώργιος Μισουράς ή Μησωράς. Ήταν πατέρας του Χρήστου Μισουρά (γενν. 1873).
25. Δεν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε ο Γιάννης Μαντζούκας. Πάντως είχε παιδιά τους Απόστολο (γενν. 1848), ποιμένα, Νικόλαο (γενν. 1849), ποιμένα, Γεώργιο (γενν. 1858), γεωργό και Βαγγέλη (γενν. 1870), ποιμένα.
26. Επίθετο που έχει εκλείψει από τον Άγιο Πρόδρομο. Ο Δημήτριος Καϊδαντζής ήταν πατέρας του Ιωάννη Καηδατζή (γενν. 1878), υποδηματοποιό στο επάγγελμα.
27. Ίσως πρόκειται για τον Μανώλη Βατζιόλα (γενν. 1847) του Ιωάννη (Γερογιάννης;), στο επάγγελμα κτηματία.
14/9/09
Νέα ενότητα αναρτήσεων με τίτλο "Έγγραφα"
Σε αυτήν την ενότητα θα παρουσιάζονται έγγραφα από διάφορες πηγές, τα οποία αφορούν στην καθημερινότητα και τις υποθέσεις των κατοίκων του Αγίου Προδρόμου σε παλαιότερες εποχές. Διαθήκες, πωλητήρια, προικοσύμφωνα, γεμάτα αναφορές σε ονόματα, επίθετα, τοποθεσίες, έγγραφα που περιέχουν στοιχεία που διασώζονται ακόμη ή έχουν ξεχαστεί από την συλλογική μνήμη των Αγιοπροδρομιτών. Καλή ανάγνωση!
3/9/09
Από τον Άθωνα στη Σαλονίκη (1861)
Συγγραφέας: David Masson
Περιηγητής: W. G. C. (1861)
Τιτλος βιβλίου: Macmillan's magazine, Vol. VII (Λονδίνο 1863)
Γλώσσα: Αγγλικά
Μετάφραση: Γιάννης Δ. Σαράφης
Περιηγητής: W. G. C. (1861)
Τιτλος βιβλίου: Macmillan's magazine, Vol. VII (Λονδίνο 1863)
Γλώσσα: Αγγλικά
Μετάφραση: Γιάννης Δ. Σαράφης
Πρόλογος
Το παρακάτω κείμενο προέρχεται από το αγγλικό περιοδικό "Macmillan's magazine". Ο συγγραφέας περιγράφει το οδοιπορικό του από το Άγιον Όρος μέχρι τη Θεσσαλονίκη, το οποίο έλαβε χώρα το 1861. Καλή ανάγνωση.
----------------------------------------------------------------------------------------------
ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΘΩΝΑ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
του W.G. C
"Οι παρακάτω σελίδες έχουν εξαχθεί από μία εφημερίδα, η οποία γράφηκε κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας το καλοκαίρι του 1861. Η εφημερίδα αυτή συμπληρωνόταν μέρα με την ημέρα με κάθε ευκαιρία, καθώς τα συμβάντα του ταξιδιού ήταν ακόμη νωπά στην μνήμη. Η ομάδα απαρτιζόταν από τον συγγραφέα, έναν Εγγλέζο φίλο και τον υπηρέτη του Θεοδόσιο (εν συντομία καλούμενος Γιώργος), Έλληνα, που ήταν σβέλτος στα χέρια αλλά και στη γλώσσα. Μεταξύ άλλων αυτοβιογραφικών ιστοριών, μας είπε πώς απέκτησε το δεύτερό του όνομα. Ένας Εγγλέζος αξιωματικός, κατευθυνόμενος για την Κριμαία, προσέλαβε αυτόν ως υπηρέτη του. Όταν του είπε το όνομά του, αυτός αποκρίθηκε: "Θεο - τι; Δεν έχω ακούσει ξανά τόσο παράξενο όνομα! Σε ονομάζω Γιώργο!" Κι από τότε ονομάζεται Γιώργος. Φτάσαμε δια θαλάσσης από την Κωνσταντινούπολη στο Άγιον Όρος και διαπλεύσαμε την χερσόνησο, επισκεπτόμενοι στην πορεία μας 16 από τα 21 μοναστήρια, ξεκινώντας από το Ρωσσικό και καταλήγοντας στο Χιλιανδάρι. Ήμασταν πλέον έτοιμοι να επιστρέψουμε κατά μήκος της ακτής στην Θεσσαλονίκη. 13 Σεπτ. Φύγαμε από το μοναστήρι το μεσημέρι. Οι πατέρες μας εφοδίασαν μουλάρια και έναν οδηγό, έναν Βούλγαρο, ο οποίος ήταν αγράμματος και πολύ ανόητος, μόλις και μετά βίας μπορούσε να προφέρει κάποια λέξη στα ελληνικά, και μη γνωρίζοντας ούτε μία λέξη από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα γνωρίζαμε. Ακολουθώντας την αμμώδη κοίτη ενός χειμάρρου, η οποία ήταν κατάφυτη από πλατάνια, σύντομα φτάσαμε στη θάλασσα, στην άκρη της οποίας υπήρχε ένα μοναστηριακό κτίριο, εγκαταλελειμμένο πλέον και ερειπωμένο. Έπειτα κατευθυνθήκαμε ανηφορικά και μετά κατηφορικά, διαμέσου ενός πευκοδάσους που βρισκόταν σε αμμώδες έδαφος. Όποτε φτάναμε σε κάποιο άνοιγμα, διακρίναμε στο δεξί μας χέρι την βαθυγάλανη θάλασσα, σε αντίθεση με το σκούρο πράσινο των πεύκων και την λευκή άμμο της παραλίας. Από το σημείο αυτό και στο εξής, γυρίζοντας ολόγυρα μπορούσαμε να διακρίνουμε υπέροχα την κορυφή του Άθωνα, να υψώνεται λευκή, γυμνή και απότομη πάνω από τις αλλεπάλληλες βαθμίδες των κατάφυτων κορυφογραμμών που διασχίζουν το ακρωτήριο, ανεβαίνοντας όλο και ψηλότερα καθώς προσεγγίζουν το σημείο της κορυφής. Στη 01:50 προσπεράσαμε ένα μικρό φυλάκιο-σπίτι, στο οποίο διέμεναν δύο άντρες, με ελληνική φορεσιά - τμήμα της αστυνομικής δύναμης που συντηρούν οι μοναχοί. Αυτό υποδηλώνει το σύνορο του Αγίου Όρους. Παρόλα αυτά δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε τους λόφους για αρκετή ώρα. Στις 03:30 φτάσαμε σε ένα μικρό πηγάδι με γλυφό νερό, καθώς κατερχόμασταν τον λόφο. Εκεί ξεκουραστήκαμε και φάγαμε το μαύρο ψωμί μας (όλες τις προμήθειες που είχαμε), σχεδόν για ένα μισάωρο˙ συνεχίζοντας το ταξίδι μας, φτάσαμε σε μία επίπεδη, βαλτώδη τοποθεσία, έχοντας ακόμη στα αριστερά μας μία σειρά λόφων, χαμηλής κλίμακας. Από εδώ και πέρα, υπερνικώντας οποιοδήποτε εμπόδιο και κατερχόμενοι στην χλοερή πεδιάδα, εξακολουθήσαμε να ψάχνουμε επίμονα για τυχόν ίχνη της διώρυγας του Ξέρξη. Επιτέλους, λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα, φτάσαμε σε μία πεδιάδα, όπου το έδαφος ήταν εντελώς επίπεδο από την μια άκρη της θάλασσας ως την άλλη, κατά μήκος της οποίας εκτείνονταν, σε ευθεία γραμμή, ένας σχηματισμός που έμοιαζε με αποξηραμένη κοίτη ποταμού, πλάτους 20 γιαρδών περίπου. "Εδώ", είπαμε, "επιτέλους είναι το Κανάλι!". Φτάσαμε σε αυτό το συμπέρασμα, όταν ο οδηγός μας αναφώνησε σαφέστατα "εδώ είναι ο προύλακας". Λοιπόν, ο προύλακας αποτελεί παραφθορά του προαύλακα, που είχε αναφέρει ο Leake1. Εδώ συνεπώς ήταν το σημείο που τόσο πολύ αναζητούσαμε. Από το ύψωμα πέρα από την πεδιάδα μπορούσαμε να διακρίνουμε ολοκάθαρα όλη την πορεία του καναλιού. Αρχίζοντας από την βορεινή πλευρά ενός στρογγυλού δασώδη λόφου στον Σιγγιτικό κόλπο - αναμφίβολα η ακρόπολη της αρχαίας Σάνης2 - συνεχίζει για μερικές εκατοντάδες γιάρδες σε ευθεία πορεία, στη συνέχεια στρίβει προς τα δεξιά και ξανά κατευθύνεται παράλληλα στην αρχική του πορεία προς το Αιγαίο. Η απόσταση είναι μικρότερη από 1 ½ μίλι - 12 στάδια, κατά τον Ηρόδοτο - και το έδαφος το οποίο χρειαζόταν εκσκαφή, δεν ξεπερνάει τα 50 πόδια πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η πορεία του καναλιού μπορεί να εντοπιστεί από μία γραμμή από θάμνους και δέντρα και έντονο πράσινο γρασίδι. Αξίζει να σημειωθεί, ότι μπορεί να ξανανοιχθεί με πολύ χαμηλό κόστος. Αυτό το μεγάλο επίτευγμα, το οποίο ο Juvenal αρνήθηκε να αναφέρει, είχε ξεπεραστεί πολλές φορές από τους ίδιους τους χωρικούς του. Η εκτέλεση αυτής της εργασίας δεν ήταν τίποτα μπροστά στο δυναμικό που είχε ο Ξέρξης κάτω από τις διαταγές του, και πιθανόν ήταν ένα πολύ ευφυές εγχείρημα. Ο Ξέρξης φυσικά, σκόπευε να προσθέσει μόνιμα την Θράκη και την Ελλάδα, καθώς και όλη την ακτογραμμή που μεσολαβούσε, στις κατακτήσεις του· και για τους δειλούς εξερευνητές εκείνης της εποχής, οι οποίοι πάντα περιορίζονταν στην εξερεύνηση μόνο των ακτών, αποτελούσε μεγάλο όφελος να αποφύγουν τον διάπλου του ακρωτηρίου του Άθωνα, το οποίο ήταν τόσο εκτεθειμένο στην μανία των Ετησίων ανέμων [μελτέμια] και υστερούσε στην εξασφάλιση αγκυροβόλησης. Φαντάζομαι ότι ο Juvenal πρέπει να είχε μπερδέψει στο μυαλό του το Κανάλι του Ξέρξη με το σχέδιο του παρανοϊκού γλύπτη3, που ήθελε να μετατρέψει τον Άθωνα, σμιλεύοντάς τον, σε άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου. Εξακολουθήσαμε να κοιτάζουμε το τοπίο μέχρι να σκοτεινιάσει· συνεχίζοντας πεζοί την πορεία μας, έχοντας κουραστεί από την ίππευση, φτάσαμε στην Ιερισσό4, οδηγούμενοι από το φεγγαρόφωτο, στις 07:30. Απέχει λιγότερο από 2 μίλια από τη Διώρυγα. Είχαμε στην διάθεσή μας ένα γράμμα από τον Ηγούμενο της Εσφιγμένου προς κάποιον Αναγνώστη Μαρίνου, στου οποίου το σπίτι οδηγηθήκαμε από τον πρώτο που συναντήσαμε στον δρόμο. Ο Αναγνώστης είχε πάει εκείνη την ημέρα στην Θάσο να ασχοληθεί με τα μελίσσια του, αλλά μας υποδέχτηκαν με πολύ προθυμία η γυναίκα και η οικογένειά του, κινητοποιούμενοι για να μας ετοιμάσουν δείπνο, και να προετοιμάσουν το καλύτερο κατάλυμα για να κοιμηθούμε. Τα σπίτια είναι όλα στο ίδιο σημείο. Ο χαμηλότερος όροφος, χτισμένος με χοντρές πέτρες, καταλαμβάνεται από την σιταποθήκη, την αποθήκη και τον σταύλο· ο επάνω όροφος, χτισμένος με ξύλα και πλυμένη λευκή λάσπη, περιλαμβάνει δύο ή τρία δωμάτια, τα οποία συγκοινωνούν με έναν μακρόστενο ξύλινο διάδρομο, που εκτείνεται σε όλο το μήκος του σπιτιού, ακουμπώντας σε ένα προεξέχων ικρίωμα αρκετά μακριά από τον κεντρικό τοίχο. Το δωμάτιο στο οποίο κοιμηθήκαμε, περιείχε τον εξοπλισμό και τα ρούχα του νοικοκυριού, και μία πληθώρα εμπορευμάτων μέσα σε βαρέλια και κανάτες. Δεν μπορέσαμε να κοιμηθούμε, εξαιτίας των συνεχόμενων επιθέσεων από τις μύγες, οι οποίες μπορεί να μην προειδοποιούσαν με τον ήχο τους όπως τα κουνούπια, αλλά το τσίμπημά τους ήταν εξίσου επίπονο, διαταράσσοντας τον βαθύ ύπνο. Ήμασταν ιδιαίτερα ευτυχείς όταν ξημέρωσε. 14 Σεπτ. Αμέσως μόλις ξημέρωσε, σηκώθηκα και πήγα να δω το σύγχρονο χωριό, την Ιερισσό, αναζητώντας ίχνη της της αρχαίας πόλης, της Ακάνθου5. Δεν άργησα να βρω ό,τι απέμεινε από αυτήν - 14 σειρές τούβλων από γρανίτη, τετραγωνισμένων και χτισμένων χωρίς ασβεστοκονίαμα, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση. Τα τούβλα δεν είναι ψηλά, σε σύγκριση με το μήκος και πλάτος τους. Ένα το οποίο μέτρησα (καθώς ήταν γωνιόλιθος μπορούσα να το μετρήσω), ήταν μήκους 5 ποδιών, πλάτους 3 ½ και 1 ¼ στο ύψος. Αυτή ήταν αποδεδειγμένα η θέση της Ακρόπολης, η οποία μεταγενέστερα καταλήφθηκε από ένα μεσαιωνικό κάστρο, πιο κατεστραμμένο από το αρχαίο Ελληνικό. Ο λόφος πάνω στον οποίο δεσπόζει, χαμηλώνει απότομα από την πλευρά της θάλασσας. Μεταξύ του λόφου και της θάλασσας, εκτείνεται ένα γήπεδο μερικών εκατοντάδων γιαρδών. Η θάλασσα απέχει επίσης μερικές εκατοντάδες γιάρδες· και είχα την αίσθηση ότι μπορούσα να δω πού εκτείνονταν τα "μεγάλα τείχη" της Ακάνθου, συνδέοντας την επάνω πόλη με τον λιμένα. Η φύση πράγματι, δεν είχε "προβλέψει" την ύπαρξη λιμανιού, αλλά είναι συγκριτικά εύκολη η κατασκευή ενός σε ήρεμη θάλασσα. Οι καταιγίδες αιώνων έχουν αναμφίβολα θάψει τις προβλήτες βαθιά μέσα στην άμμο, και εκτός από το προαναφερθέν τείχος, δεν υπάρχει κανένα άλλο ορατό ίχνος της αρχαίας πόλης. Οι γυναίκες της Ιερισσού φοράνε στο κεφάλι πολύχρωμα μαντήλια, δεμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζουν με τουρμπάνια, και για φόρεμα την βαριά μάλλινη στόφα, που μοιάζει με κουβέρτα, η οποία συναντάται κατά κανόνα στην Ελλάδα. Ότι είναι το μεσοφόρι των γυναικών για το κρινολίνο αυτών της Δυτικής Ευρώπης, είναι και το χιτώνιο που φοράνε οι άντρες για την αλβανική "φουστανέλα", παρόμοιο με αυτό που φορούσαν οι πρόγονοί τους την εποχή του Ξέρξη, κομμάτια από κεντημένο ύφασμα, μια πλατιά ζώνη, πολλές φορές γυρισμένη γύρω από την μέση, ένα ζωηρόχρωμο πουκάμισο χωρίς μανίκια και στο κεφάλι ένα κόκκινο φέσι, με ένα μαντήλι όπως αυτό των γυναικών. Ξεκινήσαμε στις 08:00, με τέσσερα μουλάρια και τρεις άντρες. Συμφωνήσαμε να δώσουμε 30 πιάστρες την ημέρα για κάθε μουλάρι - με τιμή συναλλάγματος 110 πιάστρες για κάθε στερλίνα - μία κακή συμφωνία, καθώς μάθαμε αργότερα στην Θεσσαλονίκη· αλλά εκείνη τη στιγμή ήμασταν ξένοι, άπειροι στα παζάρια και ανίδεοι στην τιμή, τον χρόνο και το εμπόριο για άνδρες και ζώα σ' εκείνα τα μέρη. Πρώτα διασχίσαμε μία μακρόστενη πεδιάδα, καλυμμένη με αμπέλια και καλαμπόκια. Πρόσφατα ένα τμήμα αυτής της περιοχής υπήρξε αντικείμενο αντιδικίας μεταξύ της πόλης της Ιερισσού και του μοναστηριού του Χιλιανδαρίου. Καθώς μας είπαν, υπήρξε στην κατοχή της Ιερισσού από πανάρχαιους χρόνους, αλλά παρόλο που οι μοναχοί τιμούν ειλικρινά τις συμφωνίες, ωστόσο ανακάλυψαν ένα ψεγάδι στον τίτλο και έκαναν αγωγή εναντίον της πόλης. Η υπόθεση εκδικάστηκε στην Κων/πολη, και η υπόθεση βγήκε υπέρ της Ιερισσού· αλλά η νίκη αυτή τους κόστισε 300.000 πιάστρες, και το μοναστήρι κατέβαλε ακόμη μεγαλύτερο πρόστιμο. Ωστόσο οι πατέρες ήταν πλούσιοι, και είχαν την πρόθεση να προσφύγουν σε κάποιο άλλο δικαστήριο, και η πόλη της Ιερισσού, όντας πολύ φτωχή, περίμενε με ανυπομονησία, έντρομη, την δεύτερη εκδίκαση. Επιπλέον, από τα 300 νοικοκυριά (ονόματα, με τεχνικούς όρους) της Ιερισσού, τα 50 δεν έχουν καθόλου μερίδιο γης, δυσανασχετώντας να φορολογηθούν επιπλέον για τα έξοδα μίας δίκης, απ' την οποία δεν έχουν καθόλου όφελος. Αναχωρώντας, περάσαμε από μία φάρμα που ανήκε (αναμφισβήτητα) στο Χιλιανδάρι, όπου υπήρχαν αρκετές άσπρες μουριές, του είδους απ' το οποίο τρέφονται οι μεταξοσκώληκες. Καθώς αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε στις πρώτες πλαγιές των λόφων, προσπεράσαμε μεγάλους σωρούς απορριμάτων από εγκαταλελειμένα ορυχεία χρυσού και αργύρου, υπενθυμίζοντάς μας ότι εδώ γύρω είχε ο Θουκυδίδης υπό την κατοχή του κάποια ορυχεία, προερχόμενα από την Θρακιώτισσα γυναίκα του. Αυτά, ωστόσο, πρέπει να είχαν λειτουργήσει σχετικά πρόσφατα. Πριν 5 χρόνια συνάντησα στην Κων/πολη έναν Ιρλανδό, ο οποίος προσπαθούσε να σχηματίσει μία εταιρία για την επαναλειτουργία των μεταλλείων απέναντι από την Θάσο, λέγοντας ότι είχε βρει επικερδές να προμηθευτεί από την Αγγλία τον απαραίτητο σύγχρονο εξοπλισμό για το κοσκίνισμα των σωρών των απορριμάτων, που είχαν εγκαταληφθεί από τους μεταλλωρύχους παλαιοτέρων εποχών. Ποτέ δεν έμαθα τι απέγινε αυτή η εταιρία. Πιστεύω ότι οι δυνατότητές της ήταν περιορισμένες. Εξακολουθώντας την αναρρίχηση, και λαμβάνοντας όλο και μακρινότερες εικόνες της γης και της θάλασσας, φτάσαμε στο ορεινό χωριό Νίσβορος6 στις 12:30. Απλώνεται στην βορεινή πλευρά μιας κορυφογραμμής, ανερχόμενο ίσως στο ύψος των 2.500 ποδιών, καλυμμένο μέχρι την κορυφή με πράσινο γρασίδι, και όμορφα διάσπαρτο με δέντρα, οξιές και βελανιδιές. Στην ανατολική πλευρά του χωριού, το έδαφος υποχωρεί απότομα και ενώνεται με βαθειές ρεματιές. Το έδαφος, απογυμνωμένο από βλάστηση, αποτελείται πότε από βαθυκόκκινο και πότε από έντονο μαύρο χώμα, όπως τα μπάζα ορισμένων μεγάλων μεταλλείων. Ωστόσο, είναι απλά δημιούργημα της φύσης, αλλά δεν είμαι γεωλόγος ώστε να κάνω υποθέσεις για την αιτία αυτού του σχηματισμού. Όπως η Ιερισσός, και όλα τα υπόλοιπα χωριά σ' αυτούς τους λόφους, ο Νίσβορος είναι αποκλειστικά Ελληνικός. Κυβερνάται από έναν προεστό, ή δήμαρχο, ο οποίος επιλέγεται κάθε χρόνο από τους επικεφαλής των οικογενειών, υποταγμένος στην έγκριση από τον Πασά, ή Μουδίρη της περιοχής. Εξασφαλίζει την τάξη και συλλέγει φόρους. Πήγαμε στο σπίτι του προεστώτος από την πρώτη στιγμή, καθώς αυτός είχε καθήκον να υποδέχεται ξένους. Εκείνος έλειπε, αλλά ο γιος του, ένας εξαίρετος νέος 25 ετών, μας καλωσόρισε αντί για αυτόν. Στο δωμάτιο, στο οποίο γευματίσαμε, υπήρχαν 40 ή 50 παλιά όπλα, όλα ξεκλείδωτα, για τα οποία ειπώθηκε ότι εναποτέθηκαν εκεί με εντολή του Κυβερνήτη, ο οποίος δεν επιτρέπει σε κανέναν να έχει υπό την κατοχή του όπλο χωρίς την έκδοση τεσκερέ ή αδείας, η οποία κοστίζει 100 πιάστρες ετησίως. Ο γιός του προεστώτος με συνόδευσε σε έναν περίπατο μέσα στο χωριό. Συναντήσαμε έναν ηλικιωμένο άντρα 70 ετών περίπου, ο οποίος απαντώντας στην ερώτησή μου για αρχαία ερείπια, με πληροφόρησε ότι σε απόσταση μιάμιση ώρας κοντά στην ακτογραμμή υπήρχαν τα ερείπια των αρχαίων "Σταγείρων, γενέτειρας του Αριστοτέλη", σε ένα μέρος το οποίο τώρα λέγεται Σιδερόκαψα. (Αυτό το όνομα βρήκα στον χάρτη του Kiepert, το οποίο δεν ανήκε σε κάποιο χωριό, αλλά σε όλη την περιοχή, συμπεριλαμβανομένου του Νίσβορου). Όταν τον ρώτησα πως ξέρει ότι ήταν τα Στάγειρα, είπε ότι ο "διδάσκαλος" του έδειξε ένα παλιό βιβλίο γεωγραφίας, στο οποίο επαληθεύεται ο ισχυρισμός του. Σχετικά με τον δάσκαλο, αναρωτήθηκα για την ύπαρξη κάποιου σχολείου στο μέρος εκείνο, και μου είπαν ότι υπήρχε ένα, το οποίο είχε κατά μέσο όρο 20 παιδιά, ότι ο δάσκαλος πληρωνόταν εν μέρει από το κοινό ταμείο του χωριού και εν μέρει από τους γονείς των αγοριών, και ότι συνολικά έπαιρνε 4.000 πιάστρες τον χρόνο. Τώρα, στην αναφορά του δασκάλου, δεν παρατήρησα καμία μεταβολή στην έκφραση του νέου άντρα, ούτε στο σπίτι παρατηρήσαμε κάποιο σημάδι αναστάτωσης· ωστόσο, καθώς πληροφορηθήκαμε από τους ημιωνηγούς μας καθ' οδόν, ένα πολύ τραγικό περιστατικό συνέβη στην οικογένεια μόλις πρόσφατα. Η κόρη του προεστώτος, αδερφή του νεαρού που περπατούσε μαζί μου, είχε παντρευτεί για μερικά χρόνια τον δάσκαλο, ο οποίος προσέθεσε στις υποχρεώσεις του ως δάσκαλος και την ειδικότητά του ως δικηγόρος, χαίροντας της εκτίμησης στο χωριό του. Η γυναίκα του φαίνεται, ήταν ανάξια και άπιστη σε αυτόν. Μετά από αρκετά σκανδαλώδη περιστατικά, στο τέλος φέρθηκε άδικα, πρώτον με το να τον δηλητηριάσει με λάβδανο και στη συνέχεια κόβωντάς του τον λαιμό κατά την διάρκεια του ύπνου. Αυτή και ο εραστής της έκρυψαν το σώμα του σε ένα καμαράκι και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν. Οι υποψίες των γειτόνων ξύπνησαν· διέρρηξαν το σπίτι, ανακάλυψαν το πτώμα και στη συνέχεια συνέλαβαν τους ενόχους, οι οποίοι στάλθηκαν στην Θεσσαλονίκη, και κατόπιν εξονυχιστικής έρευνας από τον Πασά, ομολόγησαν και καταδικάστηκαν σε απαγχονισμό. Το έγκλημα αυτό διεπράχθη μόλις ένα δεκαπενθήμερο πριν την άφιξή μας. Αλλά ο κατάλογος των συμφορών δεν είχε ολοκληρωθεί. Η γυναίκα του νέου άντρα, του αδερφού της φόνισσας, ταράχθηκε τόσο πολύ από τα νέα, με αποτέλεσμα να αρρωστήσει και να πεθάνει σε λίγες μέρες. Ωστόσο ο σύζυγος δεν φαινόταν να πενθεί και δεν έδειχνε, όπως είπα, κανένα σημάδι θλίψης. Στο δρόμο μας για την Λιαρίγγοβη7, συναντήσαμε τον ηλικιωμένο πατέρα που επέστρεφε. Είχε το κεφάλι του σκυμμένο καθώς περνούσαμε, και φαινόταν απόλυτα συντετριμμένος. (Αυτή η τραγική ιστορία επιβεβαιώθηκε, με κάθε λεπτομέρεια, από κάποιους που θεωρούνται φερέγγυοι, στην Θεσσαλονίκη). Σε απόσταση λιγότερη από 1 μίλι από τον Νίσβορο βρίσκεται ένα ερειπωμένο κάστρο, απλωμένο σε μεγάλη έκταση. Λέγεται Παλαιόκαστρο8 και ήταν η κατοικία του Πασά της περιοχής. Το σκηνικό είναι πολύ όμορφο μεταξύ αυτού του μέρους και της Λιαρίγγοβης. Το μονοπάτι μερικές φορές περνάει μέσα από δάση, και άλλες πάλι μέσα από πράσινα βοσκοτόπια, περιτριγυρισμένα από λόφους γεμάτους οξιές και βελανιδιές. Από εδώ και στο εξής υπάρχει μία πλαγιά με χρυσαφένια φτέρη μέχρι την άκρη του δάσους, θυμίζοντας το σκηνικό των πάρκων της παλιάς Αγγλίας. Έπειτα από έναν περίπατο 3 ωρών και 40 λεπτών φτάσαμε στο ακμάζων χωριό της Λιαρίγγοβης, περιτριγυρισμένο από κήπους και περιβόλια, ακριβώς την ώρα που οι τελευταίες ακτίνες του δύοντος ηλίου ξεχύθηκαν ανάμεσα από τον μπλε καπνό που υψώνονταν από όλες τις καμινάδες. Μείναμε σε ένα χάνι, το οποίο ανήκε σε κάποιον Κωνσταντίνο Αγαπητού. Είχαμε ένα ανώγειο, τόσο γεμάτο από μύγες, που δεν μπορούσαμε να ξεκουραστούμε. Μας προσέφεραν επίσης ένα κοτόπουλο, μερικά σταφύλια και καφέ, για τα οποία χρεωθήκαμε με το υπέρογκο ποσό των 80 πιάστρων. Ποσό το οποίο δεν διευκόλυνε κανέναν να διαμείνει στο χάνι του Κωνσταντίνου Αγαπητού. Πρόσεξα ότι οι πιο ηλικιωμένοι, που συναντώνται κάθε απόγευμα σε έναν ανοιχτό χώρο ο οποίος λειτουργεί ως αγορά, παρόλο που είναι Έλληνες στο γένος και την θρησκεία, φοράνε τούρκικα ρούχα, τουρμπάνια και παντελόνια, ενώ οι πιο νέοι φοράνε την ελληνική ή αλβανική φουστανέλλα. Αφήσαμε την Λιαρίγγοβη ευχαρίστως στις 08:30 το επόμενο πρωί, 15 Σεπτεμβρίου. Είχε βρέξει κατά την διάρκεια της νύχτας, και η παγωμένη ομίχλη διατηρούνταν ακόμη στα υψηλότερα μέρη της διαδρομής που ακολουθούσαμε. Αλλά ο ήλιος γρήγορα τα διασκόρπισε, και μας επέτρεψε να δούμε την υπέροχη θέα που απλωνόταν μπροστά μας, αλλάζοντας σε κάθε στροφή που κάναμε. Το μονοπάτι περνούσε μέσα από δάση, και κατά μήκος της νότιας πλευράς του βουνού, έτσι ώστε διακρίναμε τις τρεις χερσονήσους της Χαλκιδικής, τον Άθωνα και την Κασσάνδρα, με τους κόλπους ανάμεσά τους και την θάλασσα τριγύρω, πότε την μία χερσόνησο και πότε την άλλη, και μερικές φορές και τις τρεις μαζί, να απλώνονται μπροστά μας όπως σε έναν χάρτη. Η χερσόνησος του Άθωνα είναι η πιο ψηλή, και η Κασσάνδρα η πιο επίπεδη από τις τρεις. Παρεπιπτώντως, η τελευταία, όντας πιο προσιτή για ανθρώπινη κατοίκηση, έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο στην ιστορία, περιλαμβάνοντας μεταξύ άλλων πόλεων, την Ποτίδαια και την Σκιώνη. Μερικές φορές καθώς ήμασταν στην κορφή του λόφου, παρατηρώντας ολόγυρα, βλέπαμε ένα ευρύ κυκλικό τμήμα γεμάτο με σκόρπια δέντρα και τις λίμνες του Βασιλείου και των Μπεσικίων, την αρχαία Βόλβη. Ξαφνικά το μονοπάτι μας έστριψε προς την δυτική πλαγιά του βουνού και, αντί για τον Άθωνα, είδαμε ένα ψηλότερο μακρινό βουνό, το οποίο υψωνόταν επάνω από την μπλε ομίχλη, που έκρυβε την βάση του, μακριά πάνω από την θάλασσα. "Ανταλλάξαμε" τον Άθωνα για τον Όλυμπο. Προς τα νότια ήταν η κορυφή της Όσσας, σχεδόν ανταγωνιζόμενη φαινομενικά τον Όλυμπο σε ύψος, αλλά όχι σε όγκο. Δύο ώρες από την Λιαρίγγοβη βρίσκεται μία πηγή, όπου πριν από δέκα μέρες από την επίσκεψή μας, μία ομάδα από δώδεκα γύφτους συνάντησαν τυχαία δώδεκα άλλους, και στην διάρκεια του ύπνου τους, δολοφόνησαν τους 10 και άφησαν ετοιμοθάνατους τους άλλους δύο. Αυτοί ωστόσο ανάρρωσαν και κατέθεσαν μαρτυρία εναντίον των δολοφόνων, οι οποίοι, με ευχαρίστηση μάθαμε, ότι εγκλείστηκαν με ασφάλεια στην φυλακή της Θεσσαλονίκης, περιμένοντας την τιμωρία τους. Αυτή την ιστορία, την οποία στην αρχή δεν πιστέψαμε, επιβεβαιώθηκε όπως και η προηγούμενη από μαρτυρίες φίλων μας στην Θεσσαλονίκη. Μετά από διαδρομή 4 ωρών φτάσαμε στην πηγή της Κερασιάς9, σε ένα χλοερό ξέφωτο, περιτριγυρισμένο από δάσος με βελανιδιές. Απλώνοντας τις κάπες μας κάτω από ένα δέντρο, γευματίσαμε και πήραμε έναν σύντομο ύπνο. Συνεχίζοντας το ταξίδι μας, έπειτα από διαδρομή 4 ωρών φτάσαμε στην Γαλάτιστα. Το μονοπάτι γενικά κατηφορίζει από την Κερασιά και υπάρχει ένας απότομος κατηφορικός πλακόστρωτος δρόμος σε ένα γυμνό λόφο προς την Γαλάτιστα, προς την οποία στείλαμε τον πιο δραστήριο ακόλουθό μας πριν από μας, ώστε να ανιχνεύσει για την πιο ασφαλή διάβασή μας. Αυτός βρήκε ένα σπίτι, το οποίο μόλις είχε χτιστεί, και πάραυτα εγκατασταθήκαμε σε ένα μικρό δωμάτιο, το οποίο δεν είχε κατοικηθεί έως τότε - έτσι τουλάχιστον μας είπαν. Ωστόσο ήταν εξοπλισμένο με ντιβάνια, στα οποία καταφέραμε να κοιμηθούμε πολύ άνετα. Η Γαλάτιστα είναι πολύ όμορφα χτισμένη επάνω στην μία πλευρά ενός λόφου, κοιτάζοντας προς έναν μακρύ και εύφορο κάμπο, στην άλλη άκρη του οποίου υπάρχουν κάποιοι χαμηλής κλίμακας λόφοι, πάνω από τους οποίους δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής Όλυμπος, κατακόκκινος, καθώς οι χρυσές ακτίνες του ήλιου που δύει ξεχύνονται πίσω του. Τα σπίτια είναι χτισμένα, ως συνήθως, από χοντρές πέτρες και ασβεστοκονίαμα, πλαισιωμένα από ξύλινα δοκάρια, που συμπληρώνουν τα κενά, ως προστασία ενάντια στους σεισμούς. Το επάνω τμήμα των σπιτιών είναι όλο από ξύλο, εκτός από τα κεραμίδια της σκεπής. Τα σπίτια στέκονται απροκάληπτα, γύρω από τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα μουριές. Υπάρχουν, καθώς προείπα, 300 σπίτια και 6 εκκλησίες, παρέχοντας εκκλησιαστική διακονία μεγαλύτερη κι από αυτή της πόλης του Λονδίνου - μόνο που τα ιερά κτίρια στην Γαλάτιστα είναι πιθανόν μικρά, γι' αυτό δεν είδα κανένα από αυτά. Κοντά στο κατάλυμά μας υπήρχε ένας μεγάλος ερειπωμένος πύργος μεσαιωνικής τεχνοτροπίας, το μόνο αξιοσημείωτο κτίριο σε αυτό το μέρος. Οι γυναίκες εδώ φοράνε ένα περίεργο κάλυμμα στο κεφάλι. Ένας κύλινδρος, άγνωστο από τι υλικό είναι κατασκευασμένος, περίπου στο μέγεθος μίας γυάλινης κούπας, τοποθετείται στην κορυφή του κεφαλιού και στην συνέχεια καλύπτεται με ένα λευκό λινό πέπλο, το οποίο πέφτει μπροστά μέχρι το ύψος των φρυδιών, και στο πίσω μέρος πέφτει πτυχόμενο επάνω στους ώμους. Το αποτέλεσμα είναι πολύ χαριτωμένο. 16 Σεπτ. Είχαμε σελώσει - εάν μπορώ να ονομάσω αυτήν την ξύλινη κούνια10 που κουβαλούσαν τα μουλάρια με αυτό το όνομα - πριν την ανατολή του ηλίου. Κατερχόμενοι διαμέσου της πεδιάδας, περάσαμε στις 08:00 η ώρα από τα Βασιλικά, ένα χωριό με πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα, περιτριγυρισμένο από μουριές και εξαιρετικά εύφορους κήπους. Στον παρακείμενο κάμπο δεν υπήρχε τίποτα αξιοσημείωτο, εκτός από μερικούς τύμβους, από τους οποίους μέτρησα 7 σε διαφορετικά σημεία, 3 εξ αυτών τεραστίων διαστάσεων, οι οποίοι σκέπαζαν, τολμώ να πω, τα οστά γενναίων ανδρών που έζησαν πριν από τον Αγαμέμνονα. Προσπεράσαμε ακόμη έναν μεγάλο, περίπου ένα μίλι από τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Επίσης, αφήσαμε πίσω μας 2 τουρκικά λουτρά11, ερειπωμένα, αλλά ακόμη σε χρήση, χτισμένα πάνω από φυσικές πηγές ζεστού ιαματικού νερού. Σήμερα δεν υπάρχουν ζεστά λουτρά στην Θεσσαλονίκη, ωστόσο η πόλη οφείλει το αρχαίο της όνομα Θέρμη σε αυτές τις πηγές. Πιθανόν το νερό να μεταφερόταν με σωλήνες από απόσταση. Υπάρχουν πολλές τέτοιες πηγές στην περιοχή και το νερό εξέρχεται σε πολύ υψηλή θερμοκρασία. Σε όλη την διαδρομή δεν είδαμε κανένα άλλο ζώο εκτός από μερικούς αετούς και γεράκια που έκαναν κύκλους ψηλά στον αέρα. Στις 10:30, μετά από διαδρομή 5 ωρών, φτάσαμε στο μέρος που μας είχαν υποσχεθεί για ανάπαυση, την πηγή της Ματζάρδας12, όπου καθίσαμε για 2 ώρες κάτω από την σκιά ενός πλατάνου. Σε απόσταση ¼ του μιλίου, μεταξύ ημών και της θάλασσας, βρισκόταν ένα τούρκικο χωριό και ένα τζαμί, ερειπωμένα και ερημωμένα - μία επιβεβαίωση όσων ακούσαμε από πολλούς για την παρακμή του τουρκικού πληθυσμού σε αυτές τις περιοχές. Αυτή ήταν η τελευταία ανάπαυλά μας για το μεσημέρι. Έφτασε στο τέλος της, αφήνοντας πίσω της "την αξέχαστη ανάμνηση μίας ευχάριστης ώρας" (για την ακρίβεια δύο ωρών). Αξίζει να σημειωθεί, αναλογιζόμενοι τις δυσκολίες ενός ταξιδιού επάνω σε μουλάρι ή την ράχη ενός αλόγου, απλώς την χαρά ενός μεσημεριανού ύπνου - την απόλαυση της ανάπαυλας που κερδήθηκε με κόπο και την ικανοποίηση της αληθινής πείνας και δίψας, την οποία στην αληθινή ζωή μας στο σπίτι λίγοι από εμάς έχουμε βιώσει. Και έπειτα οι ταξιδιώτες έχουν πολλά πράγματα να πουν ο ένας στον άλλο, τα οποία είχαν σκεφτεί κατά την διάρκεια της διαδρομής, αλλά δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν, γιατί τα "ακοινώνητα" μουλάρια δεν πήγαιναν πλάι-πλάι και ο θόρυβος των πετάλων τους επάνω στον πέτρινο δρόμο κάλυπτε την φωνή και ενθάρρυνε την σιωπή. Εξάλλου, μου έφερε στο μυαλό παρόμοιες στάσεις που κάναμε παλαιότερα στον Μωριά και την Βόρεια Ελλάδα μαζί με τους ......... και .......... Μετά από διαδρομή ακόμη 2 ωρών και 20 λεπτών φτάσαμε στην Θεσσαλονίκη, περιτριγυριζόμενοι καθ΄οδόν από αμπέλια. Ο κάθε διερχόμενος ταξιδιώτης μπορεί να πάρει τόσα φρούτα, όσα μπορεί να φάει· παίρνοντας περισσότερα μαζί του θεωρείται κλοπή...
1. Πρόκειται για τον Άγγλο περιηγητή William Martin Leake, ο οποίος πέρασε από την Μακεδονία το 1807 και στη συνέχεια εξέδωσε τις εντυπώσεις του από το ταξίδι, με τον τίτλο "Travels in Northern Greece", (Λονδίνο 1835).
2. Η Σάνη της Ακτής ιδρύθηκε από Ίωνες αποίκους που ήρθαν από την Άνδρο στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. Κατά τους Μηδικούς πολέμους η πόλη υποχρεώθηκε από τον Ξέρξη σε αναγκαστική στρατολογία, και στη συνέχεια έγινε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας, πληρώνοντας 4.000 δραχμές το χρόνο. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, επειδή η πόλη δεν στάθηκε στο πλευρό της Σπάρτης όπως άλλες πόλεις της Χαλκιδικής, πολιορκήθηκε από τον Σπαρτιάτη στρατηγό Βρασίδα. Το 349 π.Χ. ύστερα από προδοσία κάποιου άρχοντά της με το όνομα Απολλώνιος, η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τα στρατεύματα του Φιλίππου Β'. Τη θέση της Σάνης περιέλαβε η οχύρωση της πόλης Ουρανόπολις, όπως αναφέρει ο Στράβων.
3. Πρόκειται για τον αρχαίο γλύπτη Δεινοκράτη, ο οποίος είχε προτείνει στον Μ. Αλέξανδρο να μεταβληθεί ο Άθωνας σε άγαλμά του, που στο ένα του χέρι να κρατά πόλη 10.000 κατοίκων και από το άλλο να ρέει ποτάμι από πολλά στόμια. Ο Μ. Αλέξανδρος αρνήθηκε κατηγορηματικά.
4. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται ως Erissó.
5. Η σημαντικότερη αρχαία πόλη-λιμάνι της ΒΑ. Χαλκιδικής. H Άκανθος αποικίστηκε γύρω στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. από κατοίκους της Άνδρου σε θέση όπου κατά τον Πλούταρχο προϋπήρχε "η πόλις του Δράκοντος". Κατά τους Μηδικούς πολέμους οι Ακάνθιοι συνεργάστηκαν με τους Πέρσες, βοήθησαν εκούσια τον Ξέρξη στη διάνοιξη της διώρυγας και φιλοξένησαν πρόθυμα τους Πέρσες. Με προθυμία επίσης βοήθησαν τους Πέρσες στην εκστρατεία τους εναντίον της Ελλάδας και ανακήρυξαν ήρωά τους και τιμούσαν τον Αρταχαίη, τον Πέρση δηλαδή μηχανικό που επέβλεπε τη διάνοιξη της διώρυγας.
Αργότερα η Άκανθος υπήρξε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας και μάλιστα πλήρωνε 3 τάλαντα το χρόνο ως φόρο. Το 424 όμως οι Ακάνθιοι προσχωρούν εύκολα στους Σπαρτιάτες. Η Άκανθος αρνήθηκε πεισματικά να ενταχθεί στο Κοινό των Χαλκιδέων και, όταν πιέστηκε από τους Ολυνθίους, έστειλε αντιπροσωπία στη Σπάρτη, ζητώντας την βοήθειά της, γεγονός που είχε αποτέλεσμα την κατάληψη της Ολύνθου και τη διάλυση του Κοινού.
Το 349 π.Χ. καταλαμβάνεται από τον Φίλιππο Β' και μετά την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου από τους Ρωμαίους δέχεται βετεράνους Ρωμαίους στρατιώτες και μετονομάζεται σε Ερισσό.
Το 349 π.Χ. καταλαμβάνεται από τον Φίλιππο Β' και μετά την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου από τους Ρωμαίους δέχεται βετεράνους Ρωμαίους στρατιώτες και μετονομάζεται σε Ερισσό.
6. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται Nizvoro, η σημερινή Στρατονίκη.
7. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται Elerigova, η σημερινή Αρναία.
8. Ο πύργος του Μαδέμ αγά στα σημερινά Στάγειρα.
9. Η τοποθεσία Κερασιά διασώζεται ακόμη και σήμερα ΒΑ του Αγίου Προδρόμου, στην διασταύρωση που πηγαίνει για Σανά και Δουμπιά.
10. Προφανώς εννοεί το σαμάρι.
11. Πρόκειται μάλλον για τα λουτρά του Πισιώνα ή Πινσώνα, που λειτουργούσαν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Πολλοί Θεσσαλονικείς μάλιστα οργάνωναν τότε εκδρομές εκεί και έπαιρναν τα λουτρά τους, όπως πληροφορούμαστε από εφημερίδες της εποχής.
12. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται ως Matzarvis. Ματζάρδες λεγόταν παλιά η σημερινή Ν. Ραιδεστός. Ο συγγραφέας εδώ αναφέρεται στα ονομαζόμενα σήμερα Λουτρά της Θέρμης.
Η Παπαγιωργάκινα (Πολύγυρος)
Η Παπαγιωργάκινα1
Ακούστι παλλικάρια μου,
χρυσοί μου λεβεντάδες,
ζωστήτι τ’ αλαφρά σπαθιά
και πάρτι τα ντουφέκια.
Σεϊναγάς μας μήνυσε
στουν πόλεμου να πάμε.
Σφαλνάτι τ’ αργαστήρια σας
και πάρτι τα ντουφέκια.
Όλες οι μάνες έκλαιγαν
κι όλις παρηγοριούνταν,
μα η Παπαγιωργάκινα
παρηγοριά δεν έχει.
- Υγιέ μου, δώδεκα χρονώ
τι πόλεμο θα κάμεις,
δίχως ντουφέκι και σπαθί,
Ακούστι παλλικάρια μου,
χρυσοί μου λεβεντάδες,
ζωστήτι τ’ αλαφρά σπαθιά
και πάρτι τα ντουφέκια.
Σεϊναγάς μας μήνυσε
στουν πόλεμου να πάμε.
Σφαλνάτι τ’ αργαστήρια σας
και πάρτι τα ντουφέκια.
Όλες οι μάνες έκλαιγαν
κι όλις παρηγοριούνταν,
μα η Παπαγιωργάκινα
παρηγοριά δεν έχει.
- Υγιέ μου, δώδεκα χρονώ
τι πόλεμο θα κάμεις,
δίχως ντουφέκι και σπαθί,
τι πόλεμο θα κάμεις;
1. Ιστορικό τραγούδι που συναντάται σε χειρόγραφο του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, με ημερομηνία 10 Φεβρουαρίου 1891. Το χειρόγραφο περιέχει δημώδη άσματα “Των περί τον Πολύγυρον ιδία χωρίων”. Το τραγούδι αναφέρεται στην υποχρεωτική στρατολόγηση Ελλήνων από τους Τούρκους.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)